A- A+
Τον Ιούνιο βλέπει την πρώτη μείωση στα επιτόκια ο Γ. Στουρνάρας - Τι σημαίνει για δάνεια - καταθέσεις

Από τον Ιούνιο θα ξεκινήσει κατά πάσα πιθανότητα η μείωση των επιτοκίων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), σύμφωνα με το διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννη Στουρνάρα.

Σε συνέντευξή του σε ξένο ειδησεογραφικό πρακτορείο, ο κεντρικός τραπεζίτης υποστήριξε ότι θα χρειαστεί αρκετός χρόνος για να επανέλθουν τα ευρωπαϊκά επιτόκια σε ουδέτερο επίπεδο, που προσδιόρισε στη ζώνη του 2%.

Υπενθυμίζεται ότι σήμερα το επιτόκιο διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων της Ευρωτράπεζας διαμορφώνεται στο 4% από -0,5% που ήταν μέχρι και τον Ιούλιο του 2022.

ADVERTISEMENT

Οι προβλέψεις

Σύμφωνα με τον κ. Στουρνάρα, η υποχώρηση του συγκεκριμένου δείκτη στα επίπεδα του 2% θα επιτευχθεί προς το τέλος του 2025.

Σημείωσε επίσης ότι σε κάθε συνεδρίαση του ΔΣ της ΕΚΤ που θα αποφασίζει χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής, η περικοπή θα είναι της τάξης των 25 μονάδων βάσης (0,25%), λόγω της αβεβαιότητας για τις μακροοικονομικές εξελίξεις.

Σε σχέση με την πρώτη μείωση στα επιτόκια, ο ίδιος τόνισε ότι ο Απρίλιος θα ήταν μία επιλογή μόνο αν τα στοιχεία για τον πληθωρισμό του Φεβρουαρίου και του Μαρτίου αποτελέσουν έκπληξη.

Κατά τον ίδιο, «η πρόσφατη επιβράδυνση των μισθών δίνει ελπίδα ότι είμαστε σε καλό δρόμο, αλλά δεν θα έχουμε αρκετές πληροφορίες για να αποφασίσουμε για μειώσεις των επιτοκίων πριν από το τέλος του δεύτερου τριμήνου - άρα τον Ιούνιο».

ADVERTISEMENT

Η επίδραση στην Ελλάδα

Μία μείωση των επιτοκίων της ΕΚΤ με εκκίνηση της σχετικής διαδικασίας από τον Ιούνιο, θα έχει άμεση επίδραση σε καταθέτες και δανειολήπτες.

Οι πρώτοι εκτιμάται πως θα δουν πρώτοι περικοπές στις αποδόσεις, με τα επιτόκια των λογαριασμών προθεσμίας να αναπροσαρμόζονται.

Πρόκειται για μία διαδικασία που έχει ήδη ξεκινήσει, όπως έγραψε το Moneyonline, με τις τράπεζες να καταργούν προϊόντα μεγάλης διάρκειας, να μειώνουν τις αποδόσεις σε προθεσμιακές καταθέσεις 12 μηνών και άνω, αλλά και να αυξάνουν σε ορισμένες περιπτώσεις τα πιο βραχυπρόθεσμα επιτόκια, πχ. 6 μηνών.

Από την άλλη, στα δάνεια κερδισμένοι θα είναι όσοι έχουν πάρει δάνεια κυμαινόμενου επιτοκίου.

Αν είναι συνδεδεμένα με το βασικό επιτόκιο της ΕΚΤ, θα πρέπει να αναμένουν έως και τη συνεδρίασή της, για να δουν τη δόση τους να μειώνεται.

Αν όμως το επιτόκιο συνδέεται με τους δείκτες euribor, θα κερδίσουν ταχύτερα, καθώς τα συγκεκριμένα επιτόκια προεξοφλούν τις κινήσεις της ΕΚΤ και μειώνονται πιο γρήγορα.

ADVERTISEMENT

Η περίπτωση των στεγαστικών

Μία κατηγορία από μόνη τους αποτελούν τα στεγαστικά δάνεια. Κατ΄ αρχήν, όσοι αποπληρώνουν δάνεια με σταθερό επιτόκιο, για όλη τη διάρκεια ισχύος του δεν έχουν να κερδίσουν κάτι.

Το όποιο όφελος θα το δουν όταν το επιτόκιό τους μετατραπεί σε κυμαινόμενο, εφόσον αυτό προβλέπεται από την εκάστοτε σύμβαση.

Στον αντίποδα, στα προγράμματα κυμαινόμενου επιτοκίου, οι δείκτες αναφοράς με τους οποίους είναι συνδεδεμένα, παραμένουν από τον περασμένο Μάιο παγωμένοι στα επίπεδα του 2,8% - 2,9%.

Πρόκειται για το πρόγραμμα προστασίας των συνεπών δανειοληπτών που εφάρμοσαν οι τράπεζες για να μην αυξηθούν υπέρμετρα οι δόσεις των πελατών τους.

ADVERTISEMENT

Επέκταση προστασίας

Η δράση αυτή σταματάει τον ερχόμενο Ιούνιο, ωστόσο θεωρείται βέβαιη η επέκτασή της έως και το τέλος της χρονιάς.

Άρα οι δόσεις στα συγκεκριμένα στεγαστικά δάνεια θα παραμείνουν σταθερές τουλάχιστον έως και Δεκέμβριο του 2024.

Για να δουν μειώσεις των δόσεων οι δανειολήπτες αυτοί θα πρέπει το επιτόκιο της ΕΚΤ ή ο δείκτης euribor, με τους οποίους είναι συνδεδεμένα τα προγράμματά τους, να πέσουν κάτω από το 2,8% - 2,9%.

Αυτό αναμένεται να συμβεί κάποια στιγμή το 2025.

Τέλος, στα καταναλωτικά δάνεια, τα περισσότερα προγράμματα προσφέρονται με κυμαινόμενο επιτόκιο, που καθορίζεται διοικητικώς από την τράπεζα.

Όπως λοιπόν δεν είδαμε μεγάλες αυξήσεις στα συγκεκριμένα επιτόκια το προηγούμενο διάστημα, δεν αναμένεται αξιοσημείωτη υποχώρησή τους ούτε κατά τη φάση χαλάρωσης της νομισματικής πολιτικής στη ζώνη του ευρώ.