A- A+
Κανόνας γίνεται η χρήση κάρτας και σε συναλλαγές μικρής αξίας
Συνεχής είναι η άνοδος στη χρήση των καρτών από τους πολίτες, οι οποίες τις χρησιμοποιούν σε όλο και περισσότερες συναλλαγές, ακόμη και πολύ μικρής αξίας.

Τα στοιχεία που παρουσίασε η Cardlink στο Digital Banking Forum της Ethos Media είναι ενδεικτικά της σημαντικής διείσδυσης των ηλεκτρονικών συναλλαγών στην Ελλάδα, μετά την εφαρμογή των capital controls.

Σύμφωνα με αυτά, η συνολική αξία των συναλλαγών με κάρτα σημείωσε το 2017 αύξηση 40% σε σχέση με το 2016, φτάνοντας τα 26,50 δισ. ευρώ.

Σε σχέση με το 2015, πριν τα capital controls, ο τζίρος με κάρτες έχει διπλασιαστεί.

Τριπλασιάστηκαν οι πληρωμές

Ακόμη μεγαλύτερη είναι η άνοδος του αριθμού των συναλλαγών, που αυξήθηκε κατά 93% σε ετήσια βάση το 2017, φτάνοντας τα 620 εκατομμύρια από μόλις 165 εκατομμύρια το 2015.

Η χρήση καρτών αποτελεί πια μέρος της καθημερινότητας για την πλειονότητα των Ελλήνων, οι οποίοι τις βγάζουν από το πορτοφόλι τους όλο και πιο συχνά, ακόμη και για πολύ χαμηλής αξίας συναλλαγές.

Είναι χαρακτηριστικό ότι η μέση αξία ανά συναλλαγή με χρεωστικές κάρτες υποχώρησε στο πρώτο τρίμηνο του 2018 στα 35 ευρώ και με πιστωτικές κάρτες στα 59 ευρώ από 48 και 72 ευρώ αντίστοιχα το 2015.

Επιπλέον, πάνω από τις μισές αγορές που έγιναν με κάρτες παντός τύπου τους πρώτους μήνες της εφετινής χρονιάς ήταν κάτω των 20 ευρώ.

Στροφή στις ανέπαφες

Παράλληλα, σημαντική είναι η αύξηση και του αριθμού των ανέπαφων συναλλαγών, με τις οποίες φαίνεται πως έχουν εξοικειωθεί πολλοί καταναλωτές.

Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα στοιχεία της Cardlink στο α΄ τρίμηνο του 2018 το 39% των συναλλαγών, από 27% το 2017 και 12% το 2016), έγιναν ανέπαφα.

Η μέση αξία συναλλαγής των ανέπαφων πληρωμών έπεσε το ίδιο διάστημα στα 23 ευρώ από 25 ευρώ το 2017 και τα 30 ευρώ το 2016.

POS παντού

Παράλληλα, σημαντική είναι η αύξηση του δικτύου των τερματικών αποδοχής καρτών, μετά την νομοθετική ρύθμιση με την οποία έγιναν υποχρεωτικά για τους περισσότερους κλάδους.

Συγκεκριμένα, ο αριθμός των τερματικών ανήλθε το Δεκέμβριο του 2017 στις 650.000, τη στιγμή που την αντίστοιχη περίοδο του 2016 ο αριθμός τους ήταν 305.000 και το 2015 στις 210.000.

Δηλαδή μέσα σε δύο μόλις χρόνος ο αριθμός τους τριπλασιάστηκε.