A- A+
Νοβότνι της ΕΚΤ: Απαράδεκτο μόνο και ως σκέψη ένα «κούρεμα» 10% στις καταθέσεις
Κατηγορηματικά αντίθετος με το ενδεχόμενο «κουρέματος» καταθέσεων σε χώρες της ευρωζώνης με δημοσιονομικά προβλήματα, εμφανίστηκε σε δηλώσεις του το μέλος του δ.σ. της ΕΚΤ Έβαλντ Νοβότνι.

Όπως είπε χαρακτηριστικά ο διοικητής της κεντρικής τράπεζας της Αυστρίας, οι σκέψεις του ΔΝΤ για επιβολή φόρου 10% στις καταθέσεις, με στόχο τη μείωση του δημοσίου χρέους είναι απαράδεκτες.

Όπως εξήγησε, απλά και μόνο μια συζήτηση για ένα τέτοιο ενδεχόμενο θα οδηγούσε αμέσως τους καταθέτες να αποσύρουν τα κεφάλαιά τους από τις τράπεζες.

Σύμφωνα με τον κ. Νοβότνι, τέτοιες εισφορές, που συζητήθηκαν σε κύκλους του ΔΝΤ, αποτελούν εργαλεία που είχαν κάποια σημασία σε περίοδο πολέμου ή σε μεταπολεμική εποχή, όμως στη σημερινή κατάσταση μια τέτοια προοπτική είναι απαράδεκτη και πρέπει να απορριφθεί κατηγορηματικά.

Η πρόταση του ΔΝΤ

Η σχετική πρόταση βρίσκεται στην πιο πρόσφατη εξαμηνιαία έκθεση του ΔΝΤ σε ένα παράρτημα με τίτλο: «Μια έκτακτη εισφορά στον ιδιωτικό πλούτο;».

Σε αυτό αναφέρεται πως τέτοιου είδους εφάπαξ εισφορές έχουν χρησιμοποιηθεί ευρέως στην Ευρώπη μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, καθώς και στις Γερμανία και Ιαπωνία μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.

Ωστόσο, το ΔΝΤ σημειώνει ότι δεν είχαν τα αναμενόμενα αποτελέσματα και δεν οδήγησαν σε μείωση του δημόσιου χρέους, καθώς η καθυστέρηση στην εφαρμογή τους οδήγησε σε εκτεταμένη φυγή κεφαλαίων και υψηλό πληθωρισμό.

Το Ταμείο, εστιάζοντας στην Ευρωζώνη και την αναγκαιότητα επιστροφής του ύψους του δημοσίου χρέους στα προ-κρίσης επίπεδα (τέλος του 2007), αναγνωρίζει επίσης ότι θα απαιτούνταν ένας υψηλός συντελεστής 10% για όλα τα νοικοκυριά με καθαρή θετική αποταμίευση σε 15 χώρες της Ευρωζώνης, κάτι που προφανώς αποτελεί ισχυρό αντικίνητρο.

Σύμφωνα με το ΔΝΤ, πρόκειται για εξαιρετικά δύσκολο εγχείρημα, που «πρέπει όμως να εξεταστεί σε αντιπαραβολή με τους κινδύνους που εγκυμονούν οι εναλλακτικές λύσεις για τη μείωση του δημοσίου χρέους, όπως είναι το χρεοστάσιο ή η πρόκληση πληθωρισμού που είναι και αυτή ένα είδος φορολόγησης του πλούτου».