A- A+
Όλι Ρεν: Ναι σε επιμήκυνση - όχι σε «κούρεμα» του ελληνικού χρέους
Αντίθετος στο ενδεχόμενο νέων απομειώσεων του ελληνικού χρέους, μετά από τα δύο «κουρέματα» που έχει υποστεί ο ιδιωτικός τομέρας τάχθηκε ο Ευρωπαίος Επίτροπος Όλι Ρεν.

Μιλώντας σε συνέδριο στην Ουάσιγκτον, ο αρμόριος για Οικονομικές και Νομισματικές Υποθέσεις Επίτροπος τόνισε πως αν η Ελλάδα χρειαστεί και νέα οικονομική βοήθεια, είναι προτιμότερη η επιμήκυνση της αποπληρωμής των δανείων ή η μείωση των επιτοκίων.

Πάντως, ο κ. Ρεν εμφανίστηκε αισιόδοξος για την ελληνική οικονομία, σημειώνοντας πως εμφανίζει σημάδια σταθεροποίησης μετά την πρωτοφανή ύφεση των τελευταίων ετών.

Alpha Bank: Όχι στη «μιζέρια»

Ιδιαίτερα καυστική σε σχέση με τη συζήτηση που έχει ξεκινήσει για το «κούρεμα» του ελληνικού χρέους είναι η Alpha Bank στην εβδομαδιαία ανάλυσή της.

«Θα πρέπει να σταματήσει πλέον η απίστευτη μιζέρια της ιδεολογίας του συνεχούς ''κουρέματος'' του ήδη δραστικά ''κουρεμένου'' και αναδιαρθρωμένου χρέους της χώρας μας, ή της αναστολής της πληρωμής των ήδη δραστικά μειωμένων τόκων επί αυτού του χρέους, διότι αυτό αποτελεί σήμερα τον πιο επικίνδυνο μηχανισμό υπονόμευσης της προσπάθειας αποκατάστασης της εμπιστοσύνης στην ελληνική οικονομία» τονίζουν οι οικονομολόγοι της τράπεζας.

Σύμφωνα με την ίδια ανάλυση, η γενική αναφορά σε χρέος ύψους 178% του ΑΕΠ δεν απεικονίζει την πραγματική δανειακή επιβάρυνση της χώρας στην οποία η μέση διάρκεια του εξαιρετικά χαμηλότοκου χρέους της υπερβαίνει τα 17,2 έτη.

Επιπλέον, από τα 305 δισ. ευρώ του συνολικού χρέους τα 202,9 δισ. ευρώ έχουν λήξεις μετά το 2025 και τα 165,4 δισ. ευρώ έχουν λήξεις μετά το 2030.

Θεός φυλάξοι!

H Alpha Bank σημειώνει πως θα πρέπει να σταματήσει η υπονόμευση του χρηματοοικονομικού συστήματος της χώρας με τις συνεχείς συζητήσεις για «σεισάχθειες» χρεών προς τις τράπεζες, ή για μονομερείς «διαπραγματεύσεις» με τους δανειστές μας για το πώς θα πληρώσουμε τις ήδη δραστικά μειωμένες υποχρεώσεις μας.

«Είναι ώρα να εγκαταλειφθούν παρωχημένες και ανιστόρητες προτάσεις για την εφαρμογή μιας άλλης πολιτικής ενεργούς στήριξης της ζήτησης με την δια νόμου αύξηση των κατώτατων μισθών (ως εάν να μπορεί να νομοθετηθεί η αύξηση των εισοδημάτων και η δημιουργία πλούτου), επιβαρύνοντας επιχειρήσεις που παλεύουν να επιβιώσουν ή για την άσκηση κοινωνικής πολιτικής μέσω απαλλαγής χιλιάδων αναξιοπαθούντων νοικοκυριών από την πληρωμή του λογαριασμού ρεύματος» αναφέρει η τράπεζα.

«Και όλα αυτά να χρηματοδοτούνται, στο πλαίσιο της δημοσιονομικής πειθαρχίας, από αύξηση των φόρων κατοχής στην (ήδη υπερ-φορολογημένη) ακίνητη περιουσία και σε άλλα περιουσιακά στοιχεία, καθώς και του φόρου εισοδήματος στα (ανύπαρκτα) μεγάλα επιχειρηματικά κέρδη, από ανακατανομή πόρων ΕΣΠΑ, από την «εξυγίανση» των τραπεζών, κλπ. Θεός φυλάξοι!» προσθέτουν οι οικονομολόγοι της.

Και καταλήγουν ως εξής:

«Όλος ο κόσμος βλέπει σήμερα την Ελλάδα ως ευκαιρία για επενδύσεις και ως οικονομία σταθεροποιημένη και διεθνώς ανταγωνιστική που βρίσκεται στα πρόθυρα μιας δυναμικής ανάπτυξης.

Πρέπει να πασχίζουμε να τους αποδείξουμε ότι όντως έτσι έχουν τα πράγματα και με τη δημοσιονομική προσαρμογή και με τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και αποκρατικοποιήσεις.

Το όφελος για τη χώρα θα είναι μεγάλο, καθώς μόνο με τον τρόπο αυτό θα συνεχίσει να βελτιώνεται η εμπιστοσύνη των επενδυτών (εγχώριων και ξένων) στις προοπτικές ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας».