A- A+
Προβόπουλος: Η τρόικα ζήτησε να κλείσουμε την ΑΤΕ - Πόσα γλύτωσε το δημόσιο από το deal με Πειραιώς
Τους λόγους που οφήγησαν τις αρχές στη λύση της πώλησης του υγιούς κομματιού της ΑΤΕ στην Τράπεζα Πειραιώς, ανέλυσε μιλώντας στη Βουλή ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιώργος Προβόπουλος.

Ο κεντρικός τραπεζίτης χαρακτήρισε ως «καλύτερη δυνατή επιλογή» τη μεταβίβαση των υγιών στοιχείων της Αγροτικής στην Τράπεζα Πειραιώς, σημειώνοντας ότι η πρώτη δεν ήταν βιώσιμη για να συνεχίσει τη λειτουργία της.

«Η ΑΤΕ δεν μπορούσε να ανακεφαλαιοποιηθεί, ενώ υπήρχε και η προθεσμία της ΕΚΤ, η οποία θα διέκοπτε την παροχή ρευστότητας προς την τράπεζα στο τέλος Ιουλίου» τόνισε ο κ. Προβόπουλος, υπογραμμίζοντας ότι με τον τρόπο που διευθετήθηκε το θέμα αποφεύχθηκε το «λουκέτο» στην τράπεζα, που ήταν πρόταση της τρόικας.

Όπως είπε, ο Έλληνας φορολογούμενος όχι μόνον είχε αρνητική απόδοση για τα χρήματα που έβαλε τα τελευταία 15 χρόνια, τα οποία έφτασαν τα 4 δισ. ευρώ, αλλά έπρεπε να βάλει ακόμη 5 δισ. ευρώ για να συνεχίσει η τράπεζα τη λειτουργία της.

Τα βασικά προβλήματα της ΑΤΕ

Ο κ. Προβόπουλος υπογράμμισε ότι το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ είχε αποφασίσει ότι μετά το τέλος Ιουλίου δεν θα μπορούσε να παρέχει ρευστότητα στην ΑΤΕ.

Διότι η τράπεζα αυτή:

• ήταν σημαντικά υποκεφαλαιοποιημένη,
• δεν ήταν βιώσιμη και
• δεν υπήρχε προοπτική ο βασικός μέτοχος να την ανακεφαλαιοποιήσει.

Επιπλέον, τόνισε πως αν δεν εφαρμόζονταν επομένως τα μέτρα εξυγίανσης, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα διέκοπτε την παροχή ρευστότητας, ύψους 6,3 δισ. ευρώ.

Το κόστος του «λουκέτου»

Αν όμως διακοπτόταν η παροχή ρευστότητας, η Αγροτική θα έκλεινε αμέσως, σύμφωνα με τον κ. Προβόπουλο, ο οποίος εξήγησε ότι σε μία τέτοια περίπτωση «θα είχαμε πάνω από 5000 ακόμη ανέργους, ενώ θα έπρεπε να ανευρεθούν 14 δισ. ευρώ για την αποζημίωση των καταθετών και άλλα 6,3 δισ. ευρώ για την επιστροφή της ρευστότητας στο Ευρωσύστημα, συνολικά πάνω από 20 δισ. ευρώ».

Όπως είπε ο διοικητής της ΤτΕ, η Αγροτική Τράπεζα δεν ήταν βιώσιμη αφού:

• Εμφάνιζε χρόνια δομικά προβλήματα.

• Παρουσίαζε χαμηλή παραγωγικότητα και ελλείψεις στην οργανωτική και τη λειτουργική της διάρθρωση.

• Εμφάνιζε ένα κακής ποιότητας ενεργητικό λόγω του κρατικού εναγκαλισμού και αδυναμιών στο πλαίσιο διαχείρισης κινδύνων. Αυτά κατέληγαν συχνά σε μια δανειοδοτική πολιτική που παρέβλεπε τα τραπεζικά κριτήρια.

• Και κυρίως, παρά τις συνεχείς ενέσεις κεφαλαίων από το Δημόσιο, η Αγροτική Τράπεζα αντιμετώπιζε κεφαλαιακή ανεπάρκεια.

Οι διαπραγματεύσεις με την τρόικα

Ο κ. Προβόπουλος τόνισε ότι απόδειξη των μεγάλων αδυναμιών της ΑΤΕ ήταν ότι κατετάγη στην τελευταία θέση επί συνόλου 91 μεγάλων τραπεζών στην πανευρωπαϊκή άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων, που διεξήγαγε η Ευρωπαϊκή Τραπεζική Αρχή το 2011.

«Εξαιτίας μάλιστα όλων αυτών των αδυναμιών και των χρονίως αδύνατων επιδόσεων, ορισμένοι εκπρόσωποι της Τρόικα θεωρούσαν ότι η Αγροτική έπρεπε να κλείσει» πρόσθεσε ο κ. Προβόπουλος.

Όπως είπε, η άποψη της Τράπεζας της Ελλάδος (αλλά και της κυβέρνησης) ήταν ότι μια τέτοια λύση θα έπρεπε πάση θυσία να αποφευχθεί, ιδιαίτερα για λόγους συστημικής σταθερότητας και κόστους.

«Γι αυτό η ΤτΕ επέμεινε και έπεισε να αναζητηθεί μια προσφορότερη οδός. Για ένα διάστημα λοιπόν η ΑΤΕ αφέθηκε να εφαρμόσει το πρόγραμμα αναδιάρθρωσης, που, ούτως ή άλλως, έπρεπε να ακολουθήσει βάσει των υποχρεώσεων που προέκυψαν από τη χρηματοδότηση μέσω των ρυθμίσεων του ν. 3723/2008» εξήγησε ο κ. Προβόπουλος.

Ωστόσο, συμπλήρωσε ότι «έκτοτε οι οικονομικές συνθήκες χειροτέρευσαν θεαματικά. Η μεγάλη αύξηση στα μη εξυπηρετούμενα δάνεια και η αρνητική επίπτωση από το PSI επιβάρυναν περαιτέρω τη θέση της τράπεζας».

Στη διάρκεια του 2011, ο Δείκτης Κεφαλαιακής Επάρκειας υπολειπόταν του ελάχιστου ορίου του 8%. Μετά και το PSI, ο δείκτης είχε διαμορφωθεί στο -26%, στα τέλη του 2011, αφού τα ίδια κεφάλαια ήταν αρνητικά κατά 3 δισ. ευρώ.

Ακριβότερη η εναλλακτική

«Αν η ανακεφαλαιοποίηση της ΑΤΕ ήταν εφικτή, θα απαιτούνταν 5 δισ. ευρώ. Και σημειώστε ότι ένα μεγάλο μέρος των κεφαλαιακών αυτών αναγκών δεν εξηγείται από το PSI, όπως κάποιοι ισχυρίζονται, αλλά από το δανειακό χαρτοφυλάκιο» τόνισε ο κ. Προβόπουλος παρουσιάζοντας τα ακόλουθα στοιχεία:

Τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια έγιναν αλλεπάλληλες ενέσεις κεφαλαίων στην ΑΤΕ, που σωρευτικά ανέρχονται σε 4 δις ευρώ.

Σε σημερινές μάλιστα τιμές ξεπερνούν τα 5 δισ. ευρώ. Στο ίδιο χρονικό διάστημα, οι αδύναμες επιδόσεις της τράπεζας δημιούργησαν σωρευτικές ζημιές 4,9 δισ. ευρώ.

Δηλαδή ο Έλληνας φορολογούμενος όχι μόνον είχε αρνητική απόδοση για τα χρήματα που έβαλε, αλλά επιπλέον θα εκαλείτο να βάλει και άλλα 5 δισ. ευρώ για να καλύψει την μαύρη τρύπα της περιόδου αυτής και να συνεχίσει η τράπεζα τη λειτουργία της.

Ανεβάζοντας, έτσι, το συνολικό κόστος για τον Έλληνα φορολογούμενο στα 10 περίπου δισ. ευρώ.

Επαψε να είναι «αγροτική»

«Σήμερα, που η χώρα αναζητά μέσα από οδυνηρές θυσίες 11,5 δισ. ευρώ, αντιλαμβάνεται κανείς τη σημασία του μεγέθους μιας τόσο παραπλήσια μεγάλης ζημιάς της Αγροτικής» τόνισε μιλώντας στους βουλευτές ο κ. Προβόπουλος.

Όπως είπε χαρακτηριστικά, η ΑΤΕ έχει άλλωστε παύσει να είναι «αγροτική», αφού μόνο το 13% των χορηγήσεων κατευθύνονται στους αγρότες και τους Συνεταιρισμούς.

«Θα ήθελα εδώ να προσθέσω ότι ακόμη και αν αγνοήσουμε τη χρήση του 2011, που εκτάκτως επιβαρύνθηκε λόγω PSI, τα σωρευτικά κέρδη της ΑΤΕ στην περίοδο 1997 - 2010, μόλις φθάνουν τα 190 εκατ. ευρώ» πρόσθεσε ο διοικητής.

Η σύγκριση με τις άλλες τράπεζες

Όπως εξήγησε, σε ολόκληρη τη «χρυσή περίοδο», η τράπεζα, παρά τις ισχυρές κεφαλαιακές ενέσεις των 4 δισ. ευρώ, είχε οριακά θετικό αποτέλεσμα, ουσιαστικά μηδενικό.

Στην ίδια περίοδο, η Εθνική Τράπεζα κατάφερε να έχει κέρδη 5,3 δισ. ευρώ, η Alpha Bank 4 δισ. ευρώ, η Eurobank 3,5 δισ. ευρώ και η Πειραιώς 1,7 δισ. ευρώ. Γεγονός που υποδηλώνει και την μεγάλη διαφορά κερδοφορίας μεταξύ των τεσσάρων και της ΑΤΕ.

«Μετά από όλα αυτά θα μπορούσε άραγε η ΑΤΕ να θεωρηθεί ως «πηγή ευημερίας του ελληνικού λαού;» αναρωτήθηκε ο κ. Προβόπουλος.