Αύξηση της ζήτησης και των εκταμιεύσεων στεγαστικών δανείων καταγράφεται στο ξεκίνημα του 2025, όπως δείχνουν τα επίσημα στοιχεία για την αγορά από την Τράπεζα της Ελλάδος.
Οι τράπεζες εκτιμούν ότι εφέτος οι νέες χορηγήσεις της κατηγορίας θα φτάσουν τα 2 δισ. ευρώ για πρώτη φορά από το 2013.
Πρόκειται για μία εξέλιξη που συνδέεται τόσο με την ενεργοποίηση του προγράμματος «Σπίτι Μου ΙΙ», όσο και με το αυξημένο ενδιαφέρον για τα υπόλοιπα στεγαστικά δάνεια.
Κι αυτό σε ένα περιβάλλον μειώμενου κόστος δανεισμού που ευνοεί την περαιτέρω ενίσχυση της ζήτησης.
Τι δείχνουν τα στοιχεία
Από την ανάλυση των στοιχείων και των ερευνών που έχει δημοσιοποιήσει έως τώρα η Τράπεζα της Ελλάδος, προκύπτουν τα ακόλουθα συμπεράσματα:
- Ζήτηση
Στο α΄ τρίμηνο του 2025 η ζήτηση για στεγαστικά δάνεια καταγράφεται ενισχυμένη σε σύγκριση με το αμέσως προηγούμενο τρίμηνο.
Η εξέλιξη αυτή συνδέεται κατά την κεντρική τράπεζα με την έναρξη του δεύτερου κύκλου της κρατικής δράσης στήριξης των δανειοληπτών για την απόκτηση πρώτης κατοικίας με επιδοτούμενο επιτόκιο.
Η έρευνα αναφέρεται στα αιτήματα που δέχονται οι τράπεζες για στεγαστικό δάνειο και όχι στις τελικές εγκρίσεις / συμβάσεις που υπογράφονται στη συνέχεια.
- Νέες εκταμιεύσεις
Θετική είναι όμως η εικόνα και στις νέες εκταμιεύσεις στις αρχές της εφετινής χρονιάς.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, στο πρώτο δίμηνο του 2025 συμβασιοποιήθηκαν νέα στεγαστικά δάνεια ύψους 201 εκατ. ευρώ.
Πρόκειται για τα υψηλότερα επίπεδα που καταγράφονται από το 2014, όταν οι συνολικές εκταμιεύσεις στο πρώτο δίμηνο εκείνης της χρονιάς είχαν φτάσει τα 542 εκατ. ευρώ.
Σε σύγκριση με πέρυσι η άνοδος κατά την περίοδο Ιανουαρίου - Φεβρουαρίου 2025 είναι της τάξης του 5%, ενώ σε σχέση με το 2023 φτάνει το 32%.
Στροφή στα σταθερά επιτόκια
Άλλη μία ποιοτική διαφοροποίηση σε σύγκριση με τις προηγούμενες χρονιές αποτελεί η μεγαλύτερη ζήτηση για προγράμματα σταθερού επιτοκίου.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, το 76% των νέων στεγαστικών δανείων τους πρώτους δύο μήνες του 2025, δόθηκε με σταθερό επιτόκιο για περίοδο από 3 έτη και πάνω.
Ενδεχομένως να πρόκειται για το μεγαλύτερο ποσοστό που καταγράφεται ιστορικά στην Ελλάδα.
Το αντίστοιχο ποσοστό στο ξεκίνημα του 2024 ήταν 60%, ενώ καθόλη τη διάρκεια της περυσινής χρονιάς είχε ανέλθει σε 70%.
Πλέον, εάν εξαιρεθούν τα στεγαστικά δάνεια που δίνονται μέσω του «Σπίτι Μου», τα οποία έχουν αναγκαστικά κυμαινόμενο επιτόκιο, σε όλα τα υπόλοιπα η συντρηπτική πλειονότητα επιλέγει σταθερά επιτόκια.
Ο λόγος είναι ότι μέσω των προσφορών των τραπεζών έχουν διαμορφωθεί σε εξαιρετικά ελκυστικά επίπεδα, που σε πολλές περιπτώσεις κινούνται στη ζώνη του 3%.
Τουλάχιστον λοιπόν για τα πρώτα χρόνια αποπληρωμής, οι δόσεις θα είναι χαμηλότερες σε σχέση την περίπτωση που κάποιος επέλεγε σήμερα κυμαινόμενο επιτόκιο συνδεδεμένο με το euribor 1 μηνός ή τριμήνου.