A- A+
O νέος κώδικας της ΤτΕ για τα «κόκκινα» δάνεια - Πώς θα κουρεύονται δόσεις - οφειλές
Τον κώδικα των βασικών αρχών που θα διέπουν τις ρυθμίσεις των δανείων που βρίσκονται σε καθυστέρηση έδωσε στη δημοσιότητα η Τράπεζα της Ελλάδος. Οι βασικές ρυθμίσεις.

Σύμφωνα με τον κώδικα, κάθε τράπεζα θα εφαρμόζει τα ακόλουθα στάδια κατά το χειρισμό δανειοληπτών που παρουσιάζουν καθυστερήσεις, καθώς και σε περιπτώσεις με ενδείξεις πιθανής καθυστέρησης:

Στάδιο 1: Επικοινωνία με τον δανειολήπτη.
Στάδιο 2: Συγκέντρωση οικονομικών και άλλων πληροφοριών.
Στάδιο 3: Αξιολόγηση των οικονομικών στοιχείων.
Στάδιο 4: Πρόταση των κατάλληλων λύσεων στον δανειολήπτη.
Στάδιο 5: Διαδικασία εξέτασης ενστάσεων.

Εφόσον ακολουθηθεί η παραπάνω διαδικασία, η τράπεζα θα πρέπει να προτείνει, χωρίς αυτό να θεωρείται νέα υπηρεσία προς τον δανειολήπτη, μία ή περισσότερες εναλλακτικές λύσεις ρύθμισης ή οριστικής διευθέτησης στον δανειολήπτη, υπό την προϋπόθεση ότι ο τελευταίος θεωρείται συνεργάσιμος.

Οι ρυθμίσεις

Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος θα παρέχονται τριών ειδών ρυθμίσεις, ανάλογα με το χαρακτήρα τους και τη διάρκειά τους. Συγκεκριμένα:

1) Βραχυπρόθεσμες λύσεις ρύθμισης.

(α) Τόκοι μόνο κατά τη διάρκεια βραχυπρόθεσμης περιόδου.

(β) Μειωμένες τοκοχρεωλυτικές δόσεις κατά τη διάρκεια βραχυπρόθεσμης
περιόδου.

(γ) Περίοδος χάριτος.

(δ) Αναβολή Πληρωμής Δόσης/Δόσεων.

(ε) Τακτοποίηση Καθυστερούμενου Υπολοίπου

(στ) Κεφαλαιοποίηση καθυστερήσεων.

2) Μακροπρόθεσμες λύσεις ρύθμισης

Ως μακροπρόθεσμες λύσεις ρύθμισης κατατάσσονται τύποι λύσεων ρύθμισης, η διάρκεια της χρονικής περιόδου μεταβολής του σχεδίου αποπληρωμής των οποίων ισούται με ή υπερβαίνει τα πέντε έτη.

(α) Μόνιμη μείωση του επιτοκίου ή του συμβατικού περιθωρίου.

(β) Αλλαγή Τύπου Επιτοκίου (π.χ. από κυμαινόμενο σε σταθερό).

(γ) Παράταση της διάρκειας.

(δ) Διαχωρισμός ενυπόθηκου δανείου σε:

i. ένα βιώσιμο δάνειο με εμπράγματη εξασφάλιση, το οποίο ο δανειολήπτης αποπληρώνει, με βάση την εκτιμώμενη μελλοντική ικανότητα αποπληρωμής, και

ii. υπόλοιπο του δανείου, στο οποίο δεν λογίζονται τόκοι έως μια μεταγενέστερη ημερομηνία αποπληρωμής. Κατά την μεταγενέστερη αυτή ημερομηνία ή πριν από αυτήν, διενεργείται επαναξιολόγηση της ικανότητας αποπληρωμής. η οποία προσδιορίζεται είτε από την εκτιμώμενη βελτίωση της δυνατότητας αποπληρωμής του δανειολήπτη είτε από τα εκτιμώμενα έσοδα ρευστοποίησης εμπράγματης εξασφάλισης ή άλλου περιουσιακού στοιχείου με συντηρητικές παραδοχές.

(ε) Πρόσθετη εξασφάλιση από τον δανειολήπτη, στο πλαίσιο μιας ευρύτερης λύσης ρύθμισης.

(στ) Λειτουργική αναδιάρθρωση επιχείρησης.

(ζ) Συμφωνίες ανταλλαγής χρέους με μετοχικό κεφάλαιο.

Λύσεις Οριστικής Διευθέτησης

Ως λύση οριστικής διευθέτησης ορίζεται οποιαδήποτε μεταβολή του είδους της συμβατικής σχέσης μεταξύ ιδρύματος και δανειολήπτη ή ο τερματισμός αυτής, αποσκοπώντας στην οριστική τακτοποίηση της απαίτησης του ιδρύματος έναντι του δανειολήπτη και, η οποία μπορεί να διενεργείται μέσω μίας ή περισσοτέρων από τις παρακάτω ενδεικτικά αναφερόμενες λύσεις, που προσφέρονται στο πλαίσιο των διεθνών πρακτικών.

Η υιοθέτηση εκάστης εξ αυτών εξετάζεται, όμως, κάθε φορά σε σχέση με τις προβλέψεις του ελληνικού δικαίου:

(α) Εθελοντική Παράδοση Ενυπόθηκου Ακινήτου στο πλαίσιο ευρύτερης ρύθμισης.

(β) Μετατροπή σε Χρηματοδοτική Μίσθωση, με την οποία ο δανειολήπτης μεταβιβάζει την κυριότητα του ακινήτου στο ίδρυμα και υπογράφει μια σύμβαση χρηματοδοτικής μίσθωσης, για ελάχιστη χρονική διάρκεια (συνήθως πέντε (5) έτη). Ο δανειολήπτης αποκτά τα προβλεπόμενα από το ισχύον δίκαιο περί συμβάσεων χρηματοδοτικής μίσθωσης δικαιώματα.

(γ) Πώληση και ενοικίαση, με την οποία ο δανειολήπτης μεταβιβάζει την κυριότητα του ακινήτου είτε στο ίδρυμα είτε σε τρίτο (άλλο ίδρυμα, άλλο αγοραστή, κρατική εταιρία διαχείρισης ακινήτων κλπ) αποπληρώνοντας μέρος ή το σύνολο του δανείου.

Η συμφωνία μπορεί να συνοδεύεται με παραχώρηση του δικαιώματος διαμονής στο ακίνητο για κάποια ελάχιστη χρονική διάρκεια έναντι μισθώματος (συνήθως για μια ελάχιστη περίοδο τριών (3) ετών).

(δ) Μεταβίβαση του δανείου σε άλλο ίδρυμα.

(ε) Αντικατάσταση παλαιού δανείου με νέο μικρότερου υπολοίπου.

(στ) Διαχείριση σε εκκαθάριση στο πλαίσιο της πτωχευτικής διαδικασίας.

(ζ) Ρευστοποίηση Εξασφαλίσεων για την ικανοποίηση της απαίτησης του
ιδρύματος.

(η) Δικαστικές/Νομικές Ενέργειες πέραν της ρευστοποίησης εξασφαλίσεων.

Ο μη συνεργάσιμος δανειολήπτης

1. Πριν το ίδρυμα κατηγοριοποιήσει δανειολήπτη ως μη συνεργάσιμο (κάτι που σημαίνει ότι δεν μπορεί να κάνει χρήση του κώδικα) οφείλει να τον ενημερώσει γραπτώς, με απόδειξη παραλαβής, ως προς τα εξής:

(α) Τις ενέργειες στις οποίες ο δανειολήπτης οφείλει να προβεί και την σχετική προθεσμία, για να αποφύγει αυτή την εξέλιξη και την επισήμανση ότι εφόσον δεν τις πραγματοποιήσει θα κατηγοριοποιηθεί ως μη συνεργάσιμος χωρίς άλλη ειδοποίηση.

(β) Τις νομικές συνέπειες του χαρακτηρισμού ως μη συνεργάσιμου εν σχέσει με πιθανά μέτρα που αφορούν πτώχευση, πλειστηριασμό, δέσμευση περιουσίας.

(γ) Την ενημέρωση της δυνατότητας του δανειολήπτη να έχει συμβουλευτική, νομική ή οικονομική υποστήριξη από δημόσιους φορείς που λειτουργούν για τους σκοπούς εφαρμογής του Ν. 4224/2013 ή άλλων σχετικών διατάξεων της κείμενης νομοθεσίας.

(δ) Το γεγονός ότι και μετά την ρευστοποίηση το τυχόν υπόλοιπο του δανείου σε καθυστέρηση θα εξακολουθεί να αποτελεί εκτοκιζόμενη απαίτηση του ιδρύματος.

2. Μετά την κατηγοριοποίηση ενός δανειολήπτη ως μη συνεργάσιμου, το ίδρυμα οφείλει να τον ενημερώσει για το γεγονός αυτό εντός δέκα (10) εργασίμων ημερών γραπτώς με βεβαίωση παραλαβής, και να γνωστοποιήσει, κατ' ελάχιστον, τα εξής:

(α) Το γεγονός ότι έχει ταξινομηθεί ως μη συνεργάσιμος και τον/τους ειδικότερο/ους λόγους για την κατάταξή του ως μη συνεργάσιμου.

(β) Τις λεπτομέρειες αναφορικά με το χρονοδιάγραμμα, με βάση το οποίο το ίδρυμα θα κινήσει τυχόν νομικές διαδικασίες (π.χ. ρευστοποίησης ή δέσμευσης εξασφαλίσεων).

(γ) Εκτίμηση του κόστους που αυτές συνεπάγονται για τον δανειολήπτη.

(δ) Την αναμενόμενη επίπτωση στην πιστοληπτική διαβάθμιση του δανειολήπτη, με βάση τις εσωτερικές διαδικασίες του ιδρύματος.

(ε) Τον κίνδυνο εκποίησης από το ίδρυμα τυχόν εξασφαλίσεων που έχουν παρασχεθεί από τους εγγυητές.

(στ) Το γεγονός ότι ο δανειολήπτης και τυχόν εγγυητές εξακολουθούν να είναι υπόχρεοι για τυχόν εναπομένον υπόλοιπο μετά την ενδεχόμενη εκποίηση εξασφαλίσεων, καθώς και τον τρόπο και το επιτόκιο που αυτό θα εκτοκίζεται.

(ζ) Το γεγονός ότι τυχόν ανώτατα όρια χρεώσεων ή και προσαυξήσεων, προβλεπόμενα στη σύμβαση, μπορεί να παύσουν να ισχύουν και έχουν εφαρμογή λοιπές ισχύουσες νομικές ή και κανονιστικές διατάξεις.

Το ιρλανδικό μοντέλο

Σημειώνεται ότι από το 2015 θα τεθεί σε εφαρμογή το νέο πλαίσιο ρύθμισης χρεών, που θα ακολουθεί το ιρλανδικό μοντέλο, σύμφωνα με το οποίο οι τράπεζες θα εισπράττουν από τους δανειολήπτες το επιπλέον των ελάχιστων δαπανών διαβίωσης εισόδημά τους.

Στόχος είναι να δημιουργηθούν τυποποιημένα εργαλεία για τη ρύθμιση των δανείων που έχουν δοθεί σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις, ώστε με γρήγορο και δίκαιο τρόπο να επιλύονται οι διαφορές μεταξύ τραπεζών και των πελατών τους.

Στο πλαίσιο αυτό, με βάση συγκεκριμένους κανόνες θα υπολογίζεται το ύψος των δαπανών αξιοπρεπούς διαβίωσης, ανάλογα με τα χαρακτηριστικά του κάθε νοικοκυριού. Οι δαπάνες αυτές θα πρέπει να καθοριστούν από το Συμβούλιο Ιδιωτικού Χρέους.

Το ποσό αυτό δε θα μπορεί να «πειραχτεί» από την τράπεζα, στην οποία ο δανειολήπτης θα καταβάλλει ότι του περισσεύει από τα εισοδήματά του.

Ο συνεργάσιμος δανειολήπτης

Στην πρώτη συνεδρίαση του Συμβουλίου τον περασμένο μήνα, συζητήθηκε το πρόγραμμα δράσης του κατά τη διάρκεια του 2014, προκειμένου από 1-1-2015 να εφαρμοστεί ένα μόνιμο πλαίσιο διευθέτησης των σχέσεων τραπεζών και δανειοληπτών, κατά τα πρότυπα άλλων ευρωπαϊκών χωρών.

Όπως είναι γνωστό αυτό προβλέπει ότι για να προστατεύεται η περιουσία του δανειολήπτη που δεν μπορεί να πληρώσει θα πρέπει να καλύπτει το κριτήριο «συνεργασιμότητας».

Σύμφωνα με την ανακοίνωση που εκδόθηκε, «συνεργάσιμος δανειολήπτης» είναι αυτός που:

α) είναι διαθέσιμος σε επικοινωνία με τον δανειστή, παρέχει πλήρη και επικαιροποιημένα στοιχεία επικοινωνίας προς το δανειστή (αριθμούς σταθερού και κινητού τηλεφώνου, ηλεκτρονική διεύθυνση, αριθμό τηλεμοιοτυπίας, διεύθυνση κατοικίας και εργασίας) και προβαίνει σε ορισμό, συγγενικού ή φιλικού προσώπου, ως αντικλήτου επικοινωνίας για περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης,

β) απαντά σε ανακοινώσεις και επιστολές του δανειστή με κάθε πρόσφορο μέσο, εντός μίας εβδομάδας,

γ) προβαίνει σε πλήρη και ειλικρινή γνωστοποίηση πληροφοριών, προς το δανειστή, αναφορικά με την τρέχουσα οικονομική του κατάσταση, εντός 15 ημερών από την ημέρα μεταβολής τους,

δ) προβαίνει εκουσίως, σε πλήρη και ειλικρινή γνωστοποίηση πληροφοριών, προς το δανειστή, οι οποίες θα έχουν σημαντικές επιπτώσεις στη μελλοντική οικονομική του κατάσταση, εντός 15 ημερών από την ημέρα που θα περιέλθουν σε γνώση του (π.χ. πλήρωση προϋποθέσεων λήψης επιδόματος, εμφάνιση νέων περιουσιακών στοιχείων που θα περιέλθουν στην κυριότητά του [κληρονομιά κ.λπ.], ανακοινώσεις απόλυσης, καταγγελίες μισθώσεων κ.λπ.),

ε) σε εξαιρετικές περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης (λ.χ. αποδεδειγμένη σοβαρή ασθένεια ή φυσικής καταστροφής), η οποία αποδεδειγμένα επιφέρει σημαντικές αλλαγές στην οικονομική του κατάσταση, γνωστοποιεί αμελλητί την κατάστασή του αυτή στο δανειστή. Σε αυτή ντην περίπτωση του χορηγείται τρίμηνη περίοδος χάριτος.