A- A+
Πτώση των προθεσμιακών επιτοκίων τον Ιούνιο - Τι δείχνουν τα επίσημα στοιχεία

Σε νέο ιστορικό χαμηλό διαμορφώθηκαν τα επιτόκια των προθεσμιακών καταθέσεων στην Ελλάδα τον Ιούνιο, όπως προκύπτει από τα επίσημα στοιχεία της ΤτΕ.

Ειδικότερα, η μέση ετησιοποιημένη απόδοση των νέων λογαριασμών προθεσμίας που άνοιξαν τον Ιούνιο διαμορφώθηκε σε 0,26% μετά από δύο μήνες σταθεροποίησης σπό 0,28%.

Η υποχώρηση αυτή οφείλεται στις αναπροσαρμογές στα επιτόκιά τους, στις οποίες προχώρησαν όλοι οι συστημικοί όμιλοι, κάποια στιγμή μέσα στο μήνα.

Έκτοτε, έχουν γίνει και νέες περικοπές στα επιτόκια. Ως εκ τούτου στα στοιχεία του Ιουλίου και κυρίως του Αυγούστου, αναμένεται να φανούν οι αλλαγές αυτές.

Από την άλλη, σταθερή στο 0,05% παρέμεινε η μέσω απόδοση των προϊόντων ανοιχτής ζήτησης (Ταμιευτήριο, τρεχούμενοι λογαριασμοί).

Ωστόσο, μέχρι σήμερα έχουν καταγραφεί μείωσεις και σε αυτά τα επιτόκια, οι οποίες θα αποτυπωθούν στα στατιστικά του δεύτερου και του τρίτου μήνα του καλοκαιριού.

Οι μετακινήσεις κεφαλαίων

Λόγω των χαμηλών αποδόισεσων οι καταθέτες γυρίζουν την πλάτη στις προθεσμιακές καταθέσεις τους τελευταίους μήνες και τοποθετούν τα χρήματά τους σε προϊόντα ανοιχτής ζήτησης.

Κι αυτό παρ΄ ότι τα τελευταία προσφέρουν ουσιαστικά μηδενικά επιτόκια σε αντίθεση με ις καταθέσεις προσυμφωνημένης διάρκειας, που δίνουν έστω ένα πενιχρό 0,10% - 0,20%.

Σύμφωνα με τραπεζικές πηγές η μεταφορά κεφαλαίων σε άτοκους λογαριασμούς και η μη ανανέωση των προθεσμιακών που λήγουν σχετίζεται άμεσα με το πολύ χαμηλό κέρδος που αποφέρουν στους αποταμιευτές, για το οποίο πολύ δεν μπαίνουν καν στη διαδικασία να ασχοληθούν.

Με βάση τα επίσημα στοιχεία, τον Ιούνιο η μείωση των υπολοίπων σε λογαριασμούς προθεσμίας έφτασε τα 471 εκατ. ευρώ, ενώ από την αρχή του έτους η πτώση ξεπερνά τα 2,80 δισ. ευρώ.

Στον αντίποδα, αυξάνονται οι καταθέσεις σε λογαριασμούς πρώτης ζήτησης (ταμιευτήριο, τρεχούμενους), με το ρυθμό ανόδου του Ιουνίου να φτάνει τα 492 εκατ. ευρώ.

Από την αρχή του χρόνου τα υπόλοιπα της συγκεκριμένης κατηγορίας εμφανίζουν αύξηση 5,49 δισ. ευρώ.