A- A+
Επιβάρυνση 7% στους πρώην των Energa και Hellas Power που δεν υπέγραψαν σύμβαση με ΔΕΗ
Αυξημένες τιμές κατά 7% ισχύουν για τους πρώην πελάτες των εταιρειών ενέργειας που έκλεισαν και ηλεκτροδοτούνται από τη ΔΕΗ χωρίς να έχουν υπογράψει σύμβαση, παρά τις παρατάσεις που έχουν δοθεί.

Αυτό προβλέπει απόφαση της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας (ΡΑΕ). Η προσαύξηση αυτή επιβάλλεται στις ανταγωνιστικές χρεώσεις του τιμολογίου (δεν θα αφορά δηλαδή τις χρεώσεις για τη χρήση δικτύων, το τέλος Ανανεώσιμων Πηγών, κλπ.).

Αποτελεί σύμφωνα με τη ΡΑΕ αποζημίωση προς τη ΔΕΗ για την υπηρεσία που παρέχει προς τους συγκεκριμένους καταναλωτές, χωρίς να έχει συμβατική σχέση μαζί τους.

Σημειώνεται ότι οι πελάτες των δύο εταιριών έπρεπε ως τα τέλη Ιουνίου να έχουν υπογράψει συμβόλαιο με νέο προμηθευτή (ΔΕΗ ή τρίτον), ωστόσο με απόφαση των αρχών δόθηκε άτυπη παράταση στην ηλεκτροδότησή τους από τη ΔΕΗ, καθώς στη λήξη της προθεσμίας υπήρχαν ακόμη 60.000 πελάτες (νοικοκυριά και επιχειρήσεις) χωρίς σύμβαση.

Η απόφαση της ΡΑΕ έχει μεταβατικό χαρακτήρα, έως ότου προσδιοριστεί μετά από διαγωνισμό το κόστος παροχής της υπηρεσίας «Προμηθευτή Καθολικής Υπηρεσίας», δηλαδή της παροχής ηλεκτρικής ενέργειας σε οικιακούς καταναλωτές και μικρές επιχειρήσεις που είτε έχουν αδρανήσει είτε δεν βρίσκουν προμηθευτή.

Γιατί επιβάλλεται η προσαύξηση

Το σκεπτικό της ΡΑΕ για την έγκριση της προσαύξησης του 7% είναι ότι η ΔΕΗ δεν εισπράττει προκαταβολή ή εγγύηση από τους καταναλωτές που προμηθεύει με το καθεστώς της καθολικής υπηρεσίας.

Ταυτόχρονα είναι υποχρεωμένη να προμηθεύει τους πελάτες αυτούς, εφαρμόζοντας τις ίδιες χρεώσεις με αυτές που εφαρμόζει στους υπόλοιπους πελάτες της, οι οποίοι όμως έχουν καταβάλει προκαταβολή.

Έτσι, κατά την ΡΑΕ δημιουργείται ζήτημα άνισης μεταχείρισης των καταναλωτών.

Περαιτέρω, προστίθεται στην απόφαση, η ΔΕΗ έχει αυξημένο κόστος εξυπηρέτησης των πελατών της ως Προμηθευτή Καθολικής Υπηρεσίας, συγκριτικά με τους υπόλοιπους πελάτες της, λόγω της μη καταβολής εγγύησης, ως προκαταβολής έναντι λογαριασμών κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας, λόγω του ότι προκύπτει σημαντικός ετεροχρονισμός μεταξύ της πραγματοποιούμενης δαπάνης κάλυψης της κατανάλωσης των εν λόγω πελατών και των εσόδων από την είσπραξη των σχετικών λογαριασμών.

Συνεπώς, προκύπτει πρόσθετο χρηματοοικονομικό κόστος για την εξασφάλιση κεφαλαίου κίνησης, καθώς και αυξημένος κίνδυνος από τις επισφάλειες των πελατών αυτών (ληξιπρόθεσμες οφειλές).

Το κόστος, και στις δύο αυτές περιπτώσεις, δεν έχει ληφθεί υπόψη στην κατάρτιση των δημοσιευμένων τιμολογίων της ΔΕΗ, αφού καλύπτεται από την καταβολή εγγύησης από τους πελάτες της.