A- A+
Εκτός στόχων για δεύτερο συνεχόμενο τρίμηνο η μείωση των κόκκινων δανείων - Συναγερμός!
Εκτός των στόχων μείωσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων βρέθηκαν οι τράπεζες για δεύτερο συνεχές τρίμηνο, λόγω των υψηλών ρυθμών δημιουργίας νέων επισφαλειών.

Σύμφωνα με την έκθεση που έδωσε στη δημοσιότητα η Τράπεζα της Ελλάδος, Συνολικά, το πρώτο εξάμηνο του 2017, οι τράπεζες κατάφεραν να επιτύχουν τους στόχους που είχαν θέσει για τη μείωση των ΜΕΑ.

Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα στοιχεία του Ιουνίου του 2017, τα ΜΕΑ αγγίζουν τα 101,84 δισεκ. ευρώ ή 1,6 δισεκ. ευρώ χαμηλότερα από το ποσό - στόχο.

Οι στόχοι που χάθηκαν

Εντούτοις, έχασαν για δεύτερη συνεχόμενη περίοδο το στόχο για τα Μη Εξυπηρετούμενα Δάνεια (ΜΕΔ), τα οποία έφτασαν τα 72,8 δισεκ. ευρώ ή περίπου 0,4 δισεκ. ευρώ υψηλότερα από το στόχο.

Ο δείκτης ΜΕΑ βρίσκεται στο 50,6%, υψηλότερα από την πρόβλεψη του 50% για το εν λόγω τρίμηνο, ενώ ο δείκτης ΜΕΔ στο 36,1% συγκριτικά με την πρόβλεψη του 35,0%.

Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος, παρά την επίτευξη του στόχου για τη μείωση των ΜΕΑ, ο μειωμένος όγκος συνολικών δανείων συνέβαλε στα υψηλότερα των προβλεπομένων επίπεδα για το δείκτη ΜΕΑ.

Πρόβλημα με τα στεγαστικά

Και σε αυτή την περίοδο μεγαλύτερες αποκλίσεις παρατηρούνται στο στεγαστικό χαρτοφυλάκιο, ενώ σχετικά καλύτερη εικόνα εμφανίζει το επιχειρηματικό χαρτοφυλάκιο.

Οι σημαντικότερες εισροές ΜΕΑ για το δεύτερο τρίμηνο παρατηρήθηκαν στο στεγαστικό χαρτοφυλάκιο, αλλά αντισταθμίστηκαν από τον υψηλό ρυθμό αποκατάστασης της τακτικής εξυπηρέτησης δανείων στο εν λόγω χαρτοφυλάκιο.

Συγκεκριμένα:

  • Στα στεγαστικά δάνεια ο δείκτης ΜΕΑ έφτασε το 42,8% έναντι στόχου 41,2% και ο δείκτης ΜΕΔ στο 32,5% έναντι στόχου 30,8%.
  • Στα καταναλωτικά δάνεια ο δείκτης ΜΕΑ έφτασε το 62,4% έναντι στόχου 60,8% και ο δείκτης ΜΕΔ στο 49,9% έναντι στόχου 49,4%.
  • Στην επιχειρηματική πίστη ο δείκτης ΜΕΑ έφτασε το 52,7% έναντι στόχου 52,8% και ο δείκτης ΜΕΔ στο 35,5% έναντι στόχου 34,6%.

Οι εισπράξεις από πλειστηριασμούς

Το δεύτερο τρίμηνο του 2017, οι εισπράξεις από ΜΕΑ προς το υπόλοιπο των ΜΕΑ (στόχος 3) κινήθηκαν περίπου στα ίδια επίπεδα με το στόχο που είχε τεθεί (0,79% έναντι του στόχου 0,84%), βελτιώθηκαν όμως σε σχέση με το πρώτο τρίμηνο (0,79% έναντι 0,74%).

Κι αυτό διότι οι πλειστηριασμοί ακινήτων γίνονται με πολύ αργούς ρυθμούς, όσο δεν ενεργοποιείται η ηλεκτρονική πλατφόρμα για τη διενέργειά τους.

Οι επιδόσεις για τους υπόλοιπους στόχους, με βάση τα στοιχεία του Ιουνίου του 2017, ήταν χειρότερες σε σχέση με τους στόχους που είχαν τεθεί για την περίοδο.

Τον κυριότερο παράγοντα μείωσης αποτέλεσαν οι διαγραφές, ιδιαίτερα στο επιχειρηματικό και το καταναλωτικό χαρτοφυλάκιο.

Δείκτης αθέτησης

Ο τριμηνιαίος δείκτης αθέτησης (default rate) παρέμεινε σε επίπεδα άνω του 2%, ξεπερνώντας το ρυθμό αποκατάστασης της τακτικής εξυπηρέτησης δανείων (cure rate) και καθιστώντας τις εκτεταμένες διαγραφές δανείων το σημαντικότερο μέσο μείωσης των ΜΕΑ.

Αξιοσημείωτο είναι το ποσοστό των ΜΕΑ που τελεί σε καθεστώς αίτησης για υπαγωγή σε νομική προστασία. Στο σύνολο των χαρτοφυλακίων το 15% των ΜΕΑ τελεί υπό καθεστώς αίτησης για υπαγωγή σε νομική προστασία, ενώ στο στεγαστικό το ποσοστό ξεπερνά το 30%.

Σταθερά καλύτερες επιδόσεις παρατηρούνται στο χαρτοφυλάκιο των μεγάλων επιχειρήσεων (δείκτης ΜΕΑ: 25,0%) και στα ναυτιλιακά δάνεια (δείκτης ΜΕΑ: 36,8%).

Μείωση προβλέψεων

Η κάλυψη από προβλέψεις σε επίπεδο συστήματος έχει μειωθεί περαιτέρω, αγγίζοντας το 48,3% τον Ιούνιο του 2017, από 49,1% το Μάρτιο, κυρίως λόγω των εκτεταμένων διαγραφών της περιόδου.

Εφόσον συμπεριληφθεί στις προβλέψεις και η αξία των εξασφαλίσεων (με ανώτατη αξία το υπόλοιπο του δανείου προ προβλέψεων απομείωσης), η κάλυψη των ΜΕΑ που επιτυγχάνεται είναι σχεδόν πλήρης.

Υπενθυμίζεται ότι οι τράπεζες έθεσαν ως στόχο τη μείωση του υπολοίπου των ΜΕΑ κατά 38% για την περίοδο Ιουνίου 2016 – Δεκεμβρίου 2019, διαμορφώνοντας το αναμενόμενο υπόλοιπο των ΜΕΑ στα 66,7 δισεκ. ευρώ στο τέλος του 2019.

Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των τραπεζών, το μεγαλύτερο ποσοστό της μείωσης θα επιτευχθεί κατά τα δύο τελευταία έτη, το 2018 και το 2019.

Η μείωση εκτιμάται ότι θα προέλθει κυρίως από τις επιτυχείς ρυθμίσεις δανείων (δηλαδή την αποκατάσταση της τακτικής εξυπηρέτησης δανείων που βρίσκονται επί του παρόντος σε καθυστέρηση), από διαγραφές δανείων, καθώς και, σε μικρότερο βαθμό, από ρευστοποιήσεις εξασφαλίσεων, εισπράξεις και μεταβιβάσεις δανείων.

Αντίθετα, αρνητική συμβολή στην περαιτέρω μείωση των υπολοίπων MEA εκτιμάται ότι θα έχει η συσσώρευση νέων MEA, η οποία αναμένεται τουλάχιστον μέχρι το τέλος του 2017.

Με βάση τα ανωτέρω, εκτιμάται ότι στο τέλος του 2019 ο δείκτης ΜΕΑ θα υποχωρήσει στο 33,9%.