A- A+
Alpha Bank: Αυτά θα χάσουμε αν καταγγείλουμε το μνημόνιο
Τον οδικό χάρτη εξόδου της Ελλάδας από την κρίση μέσω του μνημονίου παρουσιάζει η Alpha Bank, παραθέτοντας με αριθμούς και στοιχεία τι θα χαθεί σε περίπτωση μονομερούς καταγγελίας του.

Η ουσιαστική αναδιάρθρωση και η σημαντική μείωση του δημοσίου χρέους δίνουν στην Ελλάδα μια ανεπανάληπτη ευκαιρία για να επιδιώξει τώρα απερίσπαστα την έγκαιρη ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας της, με αύξηση του ΑΕΠ από το 2013 και με ικανοποιητική ανάπτυξη από το 2014 και μετά για να γίνει δυνατή η οριστική έξοδος της ελληνικής οικονομίας από την κρίση από το 2015.

Όπως τονίζουν οι οικονομολόγοι της τράπεζας, εκτός από τη δραστική μείωση του δημοσίου χρέους και των αναγκών αναχρηματοδότησής του στην περίοδο 2012-2020, η Ελλάδα έχει εξασφαλίσει και πρόσθετη χρηματοδότηση ύψους 165,4 δισ. ευρώ στην περίοδο 2012-2014 από τη Ζώνη του Ευρώ και από το ΔΝΤ.

Τα κεφάλαια αυτά συνίστανται από τα εναπομένοντα ποσά, ύψους 35,4 δισ. ευρώ από το 1ο Πακέτο Χρηματοδοτικής Ενίσχυσης (1ο ΠΧΕ) (Μάιος 2010) και από τα 130 δισ. ευρώ του 2ου ΠΧΕ (Φεβρουάριος 2012).

Επιπλέον, έχουν προωθηθεί ουσιαστικά οι διαδικασίες για την επιτάχυνση της εισροής στην Ελλάδα στην περίοδο 2012-2015 των επενδυτικών ενισχύσεων ύψους 14 δισ. ευρώ που δικαιούται από τα διαρθρωτικά ταμεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που θα χρησιμοποιηθούν για την εξασφάλιση και σημαντικών πρόσθετων χρηματοδοτικών πόρων από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤΕπ).

Ειδικότερα, η Ελλάδα έχει προγραμματιστεί να λάβει από το 1ο και το 2ο ΠΧΕ 120 δισ. ευρώ το 2012 (έχει ήδη λάβει δισ. ευρώ 61,2 δις), 22,7 δισ. ευρώ το 2013 και τα 21,3 δισ. ευρώ το 2014.

Επιπλέον, θα λάβει άνω των 5 δισ. ευρώ ετησίως από τα διαρθρωτικά ταμεία της ΕΕ-27.

Ποιες ανάγκες θα καλυφθούν

Σύμφωνα με την ανάλυση της Alpha Bank, με την ανωτέρω χρηματοδοτική ενίσχυση της χώρας θα καλυφθούν πλήρως:

  • Οι ανάγκες χρηματοδότησής της το 2012 για πληρωμή των χρεολυσίων και των τόκων δημοσίου χρέους ύψους, καθώς και για την χρηματοδότηση του πρωτογενούς ελλείμματος της γενικής κυβέρνησης.
  • Η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών με 48,8 δισ. ευρώ
  • Η πληρωμή των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων του κράτους στον ιδιωτικό τομέα με κεφάλαια ύψους 6,5 δισ. ευρώ

Επιστροφή καταθέσεων

Η Alpha Bank τονίζει ότι με την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών θα αποκατασταθεί πλήρως η εμπιστοσύνη των αποταμιευτών στο τραπεζικό σύστημα της χώρας και θα επανεισρεύσουν οι καταθέσεις που έχουν αποσυρθεί τους τελευταίους 12-μήνες με αποτέλεσμα την αύξηση και των τραπεζικών χορηγήσεων προς τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά.

Με την πληρωμή των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων του δημοσίου προς τις επιχειρήσεις θα υπάρξει επίσης μια πρόσθετη σημαντική ενίσχυση της ρευστότητας στην οικονομία.

Τέλος, με την επιτάχυνση της εισροής των χρηματοδοτικών επενδυτικών ενισχύσεων από τα διαρθρωτικά ταμεία της ΕΕ-27 και από την ΕΤΕπ δημιουργούνται οι συνθήκες για την επανεκκίνηση των μεγάλων δημοσίων έργων των οποίων η κατασκευή είχε διακοπεί τα τελευταία δύο έτη.

Τα σχέδια για το 2013

Σύμφωνα με την Alpha Bank, το 2013 θα διατεθούν 22,7 δισ. ευρώ για την πληρωμή των τόκων του δημοσίου χρέους και για πληρωμή των χρεολυσίων.

Σημειώνεται ότι το 2013 προγραμματίζονται:

(1) η επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος (4,0 δισ. ευρώ) στη γενική κυβέρνηση και

(2) σημαντικά έσοδα από ιδιωτικοποιήσεις και από την αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας της χώρας.

Η Alpha Bank σημειώνει ότι αποτέλεσμα όλων των ανωτέρω μπορεί να είναι η έγκαιρη ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας και η εγκαθίδρυση των βάσεων για ικανοποιητική ανάπτυξή της από το 2013 και μετά που με τη σειρά της θα συμβάλλει αποφασιστικά στην επιδιωκόμενη δημοσιονομική προσαρμογή.

Εθνική επιδίωξη, λοιπόν, αποτελεί η υλοποίηση των δεσμεύσεων που έχουμε αναλάβει με συντονισμένο και αποφασιστικό τρόπο από μια ισχυρή ελληνική κυβέρνηση σε συνεργασία με τους εταίρους μας στην ΕΕ-27 και το ΔΝΤ.

Στο πλαίσιο αυτό, η προτεινόμενη από κάποια πολιτικά κόμματα αντιστροφή της πορείας υλοποίησης του Μνημονίου θα στερήσει την ελληνική οικονομία από τα σημαντικά κεφάλαια τα οποία είναι απολύτως αναγκαία αφενός για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών της μετά τις ζημιές από το PSI plus και αφετέρου για την έγκαιρη ανάκαμψη και ανάπτυξή της.

Η έξοδος από το μνημόνιο μας βάζει σε περιπέτειες

«Δεν υπάρχουν μαγικές λύσεις» τονίζουν οι οικονομολόγοι της Alpha Bank, προσθέτοντας ότι «όσοι τις προτείνουν, παραπλανούν τους πολίτες και δημιουργούν ψευδαισθήσεις».

Η Alpha Bank σημειώνει ότι τα κόμματα που προτείνουν αναθεώρηση της δανειακής σύμβασης θα πρέπει να εξηγήσουν πού θα βρεθούν τα χρήματα για να χρηματοδοτηθούν τα ελλείμματα του δημοσίου, που θα μεγαλώσουν εάν αντιστραφούν οι πολιτικές του Μνημονίου.

«Ήδη, λόγω της πολιτικής αστάθειας, οι ανάγκες χρηματοδότησης μεγαλώνουν λόγω καθυστερήσεων στην είσπραξη των φορολογικών εσόδων και στον τομέα των αποκρατικοποιήσεων» αναφέρεται στην ίδια ανάλυση.

Επιπλέον, τονίζουν ότι η έξοδος από το Μνημόνιο δεν είναι συνώνυμο της εξόδου από την κρίση. Αντιθέτως, βάζει την χώρα σε ακόμη μεγαλύτερες περιπέτειες.

«Τα πολιτικά κόμματα πρέπει να εξηγήσουν στους πολίτες γιατί η υλοποίηση του Μνημονίου θα οδηγήσει στην ανάπτυξη και όχι να προωθούν την απαγκίστρωση από το Μνημόνιο ως συνώνυμο της ανάπτυξης» σημειώνουν χαρακτηριστικά οι αναλυτές της τράπεζας.

Η έξοδος από την κρίση

Η Alpha Bank υποστηρίζει ότι πορεί οι πολιτικές αυτές να δημιουργούν ύφεση μεσοπρόθεσμα αλλά, σε μεγάλο βαθμό, αυτό εξαρτάται από τον τρόπο εφαρμογής του Μνημονίου και την ύπαρξη ή μη συνοδευτικών πολιτικών βελτίωσης του επενδυτικού κλίματος.

«Η έξοδος από το Μνημόνιο δεν θα μειώσει την ανεργία. Αυτό που θα βελτιώσει την κατάσταση είναι οι δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις μέσω ΕΣΠΑ, η επανεκκίνηση των μεγάλων έργων υποδομής με την συμβολή της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων και οι αποκρατικοποιήσεις, που μπορούν να φέρουν άμεσες ξένες επενδύσεις στην Ελλάδα.

Όλα τα ανωτέρω, όμως, δεν μπορούν να γίνουν εκτός του κοινοτικού πλαισίου αναφοράς. Αυτά είναι σημεία που θα μπορούσαμε να διαπραγματευτούμε, μαζί με στόχους για την μείωση της ανεργίας» προσθέτει η τράπεζα.

Πόσο μειώθηκε το δημόσιο χρέος

Το Υπουργείο Οικονομικών δημοσίευσε τα στοιχεία για το ύψος και τη σύνθεση του Χρέους της Κεντρικής Διοίκησης την 31/3/2011, μετά την ολοκλήρωση του PSI Plus, δηλαδή της αναδιάρθρωσης και επιμήκυνσης των λήξεων του χρέους (ύψους 207 δισ. ευρώ) που ήταν στην κατοχή τραπεζών, θεσμικών επενδυτών και ιδιωτών, με ταυτόχρονη μείωση της ονομαστικής του αξίας κατά 53,5%.

Σημειώνεται ότι στο τέλος Μαρτίου 2012 είχε ολοκληρωθεί μόνο η αναδιάρθρωση του χρέους (ύψους 177,3 δισ. ευρώ) που είχε εκδοθεί με βάση το ελληνικό δίκαιο, ενώ η ολοκλήρωση της αναδιάρθρωσης του χρέους που είχε εκδοθεί με βάση ξένο δίκαιο ολοκληρώθηκε τον Απρίλιο του 2012.

Λαμβάνοντας υπόψη τις πράξεις που είχαν γίνει έως το τέλος Μαρτίου 2012, το Χρέος της Κεντρικής Διοίκησης είχε μειωθεί στα 280,3 δισ. ευρώ την 31.3.2012, από 368,0 δισ. ευρώ την 31.12.2011.

Επίσης, την 31.3.2012 υπήρχαν ταμιακά διαθέσιμα του δημοσίου ύψους 4,4 δισ. ευρώ, έναντι 3,63 δισ. ευρώ την 31.12.2011. Είχαμε δηλαδή μια μείωση του χρέους της Κεντρικής Διοίκησης κατά 88,5 δισ. ευρώ.

Ειδικότερα, η μείωση της αξίας των ομολόγων που είχαν εκδοθεί με βάση το ελληνικό δίκαιο ανήλθε στα € 125 δις, αλλά ταυτόχρονα αυξήθηκαν τα δάνεια που έλαβε το ελληνικό δημόσιο από το Μηχανισμό Στήριξης (από τη Ζώνη του Ευρώ και το ΔΝΤ) κατά € 38,73 δις.
Τα νέα δάνεια από τον Μηχανισμό Στήριξης ελήφθησαν αφενός για ενίσχυση της πιστοληπτικής διαβάθμισης των νέων μακροπρόθεσμων (11-30 ετών) ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου που εκδόθηκαν για να ανταλλαγούν με τα παλιά ομόλογα (που έληγαν σε μεγάλο βαθμό στην περίοδο 2012-2020) και για την πληρωμή των δεδουλευμένων τόκων των παλαιών ομολόγων.

Έτσι, την 31.3.2012 το χρέος της κεντρικής διοίκησης αποτελείτο κατά 149,6 δισ. ευρώ από ομόλογα και ΕΓΕΔ (15,0 δισ. ευρώ) και κατά 130,7 δισ. ευρώ από δάνεια, εκ των οποίων τα 5,7 δισ. ευρώ από την Τράπεζα της Ελλάδος και τα 111,94 δισ. ευρώ από το Μηχανισμό Στήριξης.

Με βάση τα ανωτέρω, στο Διάγραμμα 1 φαίνεται η εντυπωσιακή μείωση του ύψους των λήξεων δημοσίου χρέους της Ελλάδος έως το 2020, με το εναπομένον ελάχιστο χρέος να οφείλεται μόνο έναντι της ΕΚΤ και των άλλων Ευρωπαϊκών Κεντρικών Τραπεζών.

Μετά από αυτή την εξέλιξη, η Ελλάδα αντιμετωπίζει πολύ μικρότερη δανειακή επιβάρυνση της οικονομίας της από λήξεις και ανάγκες αναχρηματοδότησης χρέους σε ολόκληρη την περίοδο έως το 2020, αλλά και στα επόμενα έτη, από την πολύ μεγάλη δανειακή επιβάρυνση που αντιμετωπίζει τόσο ο δημόσιος όσο και ο τραπεζικός τομέας πολλών άλλων Ευρωπαϊκών χωρών που επιβαρύνονται τελευταία με μικρές ή μεγάλες κρίσεις στις αγορές δημοσίου χρέους τους.