A- A+
Σε ρύθμιση 12 ή 24 δόσεων και οι μη ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το Δημόσιο - Εγκύκλιος
Τη δυνατότητα να υπαχθούν σε ρύθμιση και οι μη ληξιπρόθεσμες οφειλές δίνει η Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων, σύμφωνα με νέα εγκύκλιο που εξέδωσε. Η διαδικασία.

Αναλυτικότερα, στην πάγια ρύθμιση που προβλέπει εξόφληση των οφειλών προς το Δημόσιο σε 12 ή σε εξαιρετικές περιπτώσεις σε 24 δόσεις, μπορούν να υπαχθούν ακόμη και οφειλές που δεν έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμες.

Με τον τρόπο αυτό οφειλέτης αναστέλλει πριν την λήξη της προθεσμίας πληρωμής κάθε ενέργεια ουη Δημοσίου για διεκδίκηση των ωφελούμενων, όπως δήμευση καταθέσεων.

Το ΥΠΟΙΚ αναμένεται τα ενεργοποιήσει το επόμενο διάστημα ηλεκτρονική εφαρμογή που θα επιτρέπει την υποβολή online αιτήσεων. Μέχρι τότε οι φορολογούμενοι θα εξυπηρετούνται στις κατά τόπους ΔΟΥ.

Ρυθμιζόμενες οφειλές

Σύμφωνα με την εγκύκλιο, στη ρύθμιση, υπάγεται υποχρεωτικά το σύνολο των βεβαιωμένων στις Φορολογικές Αρχές (Δ.Ο.Υ., Ελεγκτικά Κέντρα) ληξιπρόθεσμων, έως και την ημερομηνία υποβολής της αίτησης υπαγωγής, οφειλών.

Στη ρύθμιση, με τους ίδιους όρους δύνανται να υπαχθούν, εφόσον αιτηθεί ο οφειλέτης και:

α) βεβαιωμένες οφειλές που τελούν σε αναστολή είσπραξης,

β) βεβαιωμένες μη ληξιπρόθεσμες έως την ημερομηνία υποβολής της αίτησης υπαγωγής στη ρύθμιση οφειλές

Οι ανωτέρω οφειλές δύνανται να υπαχθούν ανεξαρτήτως: α) ημερομηνίας βεβαίωσης αυτών, β) τυχόν απώλειας άλλης ρύθμισης ή διευκόλυνσης τμηματικής καταβολής βεβαιωμένων οφειλών στην οποία είχαν υπαχθεί και η οποία έχει απολεσθεί κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης.

Οι δικαιούχοι

Η ρύθμιση χορηγείται ανά οφειλέτη και για τις οφειλές για τις οποίες έχει ευθύνη καταβολής.

Σε περίπτωση που μετά την ημερομηνία υπαγωγής δημιουργηθούν νέες ληξιπρόθεσμες οφειλές, οι οποίες υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής της ως άνω ρύθμισης, ο οφειλέτης δύναται να τις υπαγάγει κι αυτές σε ρύθμιση.

Στη ρύθμιση δεν δύνανται να υπαχθούν:

1. Οφειλέτες που κατά το χρόνο υπαγωγής έχουν καταδικαστεί σε πρώτο βαθμό για φοροδιαφυγή. Αυτό θα δηλώνεται υπεύθυνα από τον οφειλέτη φυσικό πρόσωπο ή τον νόμιμο εκπρόσωπο του νομικού προσώπου και θα ελέγχεται από την αρμόδια Δ.Ο.Υ. / Υπηρεσία σύμφωνα με τα στοιχεία που διαθέτει ή δειγματοληπτικά, κατά την κρίση της.

2. Οφειλές που σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις δεν δύνανται να υπαχθούν σε νομοθετική ρύθμιση τμηματικής καταβολής ληξιπροθέσμων οφειλών.

Διαδικασία υπαγωγής

Η αίτηση για υπαγωγή στη ρύθμιση υποβάλλεται ηλεκτρονικά, μέσω διαδικτυακής εφαρμογής.

Μεταβατικά και για όσο διάστημα υφίσταται τεχνική αδυναμία διαδικτυακής υποστήριξης, η αίτηση υποβάλλεται στην αρμόδια υπηρεσία.

Το ίδιο ισχύει για κάθε περίπτωση που υφίσταται τεχνική αδυναμία διαδικτυακής υποστήριξης της ρύθμισης, όπως όταν απαιτούνται επιπλέον στοιχεία για την αξιολόγηση της ρύθμισης.

Κατ' εξαίρεση, όταν η αίτηση δεν υποβάλλεται από τον πρωτοφειλέτη, η υποβολή της διενεργείται αποκλειστικά στην αρμόδια υπηρεσία.

Καταβολή δόσεων

Η καταβολή της πρώτης δόσης της ρύθμισης γίνεται εντός τριών εργάσιμων ημερών από την ημέρα υποβολής της αίτησης.

Οι επόμενες δόσεις καταβάλλονται μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα των επόμενων μηνών της αίτησης, υποχρεωτικά στους φορείς είσπραξης.

Εφόσον ο αιτών δεν καταβάλει την πρώτη δόση εντός της ανωτέρω αποκλειστικής προθεσμίας, η ρύθμιση δεν ενεργοποιείται και ο οφειλέτης δύναται να υποβάλει νέα αίτηση προκειμένου να ρυθμίσει τις οφειλές του.

Προϋποθέσεις υπαγωγής

Σε κάθε περίπτωση για την υπαγωγή στη ρύθμιση θα πρέπει να αποδεικνύεται τη δεδομένη χρονική στιγμή η αδυναμία εξόφλησης της οφειλής σύμφωνα με τα στοιχεία της βεβαίωσης καθώς και η βιωσιμότητα του διακανονισμού.

Οι οφειλέτες πρέπει να έχουν υποβάλει τις απαιτούμενες φορολογικές δηλώσεις της τελευταίας πενταετίας, ήτοι δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος, εκκαθαριστικές φόρου προστιθέμενης αξίας και τις περιοδικές δηλώσεις Φ.Π.Α. που έπονται της τελευταίας εκκαθαριστικής και που η προθεσμία υποβολής τους έχει λήξει ένα μήνα πριν από την ημερομηνία αίτησης υπαγωγής στη ρύθμιση.

Η ανωτέρω προϋπόθεση πληρούται εφόσον ο οφειλέτης έχει υποβάλει εμπρόθεσμα ή εκπρόθεσμα, αλλά υποχρεωτικά έως την ημερομηνία της αίτησης, τις ανωτέρω δηλώσεις, εκτός εάν δεν είναι πλέον υπόχρεος για την υποβολή τους.

Με την υποβολή της αίτησης, ο οφειλέτης πρέπει:

α) να δηλώσει με υπεύθυνη δήλωση του άρθρου 8 του ν. 1599/1986 το σύνολο των περιουσιακών του στοιχείων (κινητή και ακίνητη περιουσία οποιασδήποτε μορφής), όπως το μηνιαίο εισόδημά του, επενδύσεις/συμμετοχές κάθε μορφής, τους αριθμούς των τραπεζικών του λογαριασμών (IBAN), κινητές αξίες ή αυτοκίνητα, τα ακίνητα επί των οποίων έχει εμπράγματο δικαίωμα, απαιτήσεις από τρίτους, καθώς και πληροφορίες που θα περιλαμβάνουν οφειλές του σε ασφαλιστικά ταμεία ή άλλες υπηρεσίες του δημοσίου τομέα και άλλες πάγιες υποχρεώσεις προς τρίτους, εφόσον υφίστανται, το τρέχον και το αναμενόμενο (επιπλέον) εισόδημά του (π.χ. εκτίμηση για τυχόν έσοδα από μελλοντική εκμίσθωση ακινήτου, εμπορική συμφωνία κ.λπ.).

β) για ποσό βασικής οφειλής άνω των πέντε χιλιάδων ευρώ (5.000€) υποχρεούται να προσκομίσει δικαιολογητικά που αποδεικνύουν την δυνατότητα καταβολής των μηνιαίων δόσεων,

γ) για ποσό βασικής οφειλής άνω των πενήντα χιλιάδων ευρώ (50.000€) υποχρεούται επίσης να προσκομίσει δικαιολογητικά που αποδεικνύουν την αδυναμία εξόφλησης της οφειλής καθώς και τη βιωσιμότητα του διακανονισμού και

δ) για ποσό βασικής οφειλής άνω των εκατόν πενήντα χιλιάδων ευρώ (150.000€), πέραν των ανωτέρω υπό (α), (β) και (γ) στοιχείων, απαιτείται να παρέχει εγγυήσεις ή εμπράγματες ασφάλειες για τη διασφάλιση της οφειλής οι οποίες μπορούν να συνίστανται (διαζευκτικά ή σωρευτικά) σε προσκόμιση εγγυητικής επιστολής αναγνωρισμένης στην Ελλάδα τράπεζας για όλο το διάστημα της ρύθμισης για το σύνολο της ρυθμιζόμενης οφειλής πλέον των επιβαρύνσεων, πλήρη διασφάλιση της οφειλής με εγγραφή υποθήκης επί ακινήτου ελευθέρου βαρών αντικειμενικής αξίας τουλάχιστον ίσης με το ύψος της συνολικής οφειλής ή επί βεβαρημένου ακινήτου αντικειμενικής αξίας, αφαιρουμένων των ποσών για τα οποία έχουν εγγραφεί βάρη, τουλάχιστον ίσης με τη συνολική οφειλή, εγγύηση τρίτου αξιόχρεου προσώπου και οποιοδήποτε άλλο τρόπο εγγύησης αποδεκτό από τη Φορολογική Διοίκηση.