A- A+
Ρυθμίσεις δανείων 3 ταχυτήτων - Όλες οι λύσεις «κουρέματος» των δόσεων
Ρυθμίσεις τριών ταχυτήτων ανάλογα με το πόσο «βαριά» είναι η περίπτωση ενός «κόκκινου» δανείου, προβλέπει ο νέος κώδικας δεοντολογίας της Τράπεζας της Ελλάδος.

Ολόκληρο το κείμενο του κώδικα, αφού επικυρώθηκε τις προηγούμενες ημέρες από την κεντρική τράπεζα, δημοσιεύτηκε και στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Πρόκειται για ένα κείμενο αρχών, ένα εγχειρίδιο χρήσης, που οφείλουν να εφαρμόζουν οι τράπεζες για τη διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων.

Η Τράπεζα της Ελλάδος θα παρακολουθεί την εφαρμογή του κώδικα και όπου διαπιστώνει ότι υπάρχουν παρεκκλίσεις θα επιβάλλει ποινές.

Συνεργάσιμοι δανειολήπτες

Ο κώδικας πριμοδοτεί τους συνεργάσιμους δανειολήπτες, παρέχοντας ευνοϊκές ρυθμίσεις για την αποπληρωμή των οφειλών τους.

Ένας δανειολήπτης θεωρείται συνεργάσιμος όταν παρέχει στοιχεία επικοινωνίας, είναι διαθέσιμος σε επικοινωνία με τους δανειστές, γνωστοποιεί όλες τις σημαντικές πληροφορίες που αφορούν στην τρέχουσα και μελλοντική οικονομική του κατάσταση και είναι ανοιχτός σε διάλογο με το πιστωτικό ίδρυμα προκειμένου να βρεθεί μια εναλλακτική πρόταση αναδιάρθρωσης των οφειλών του.

Ο προσδιορισμός της ρύθμισης γίνεται με βάση την οικονομική δυνατότητα του δανειολήπτη να πληρώνει στην τράπεζα.

Η νέα δόση

Το ποσό αυτό προκύπτει μέσω του υπολογισμού των εύλογων δαπανών διαβίωσης. Έτσι, η νέα δόση προκύπτει από τη διαφορά μεταξύ του εισοδήματος του δανειολήπτη και των εύλογων δαπανών διαβίωσής του.

Ο υπολογισμός των εύλογων δαπανών διαβίωσης στηρίζεται στα στοιχεία της Έρευνας Οικογενειακών Προϋπολογισμών (ΕΟΠ) που διενεργείται κάθε χρόνο από την Ελληνική Στατιστική Υπηρεσία.

Οι δαπάνες διαβίωσης ταξινομούνται σε τέσσερις βασικές ομάδες ανάλογα με το πόσο απαραίτητες είναι για τη διαβίωση ενός νοικοκυριού. Συγκεκριμένα οι ομάδες αυτές είναι:

1η ομάδα: αφορά τις πιο βασικές δαπάνες για τη διαβίωση του νοικοκυριού. Στην πρώτη ομάδα περιλαμβάνονται οι δαπάνες για διατροφή, ένδυση και υπόδηση, λειτουργικά έξοδα κατοικίας, μετακίνηση, επισκευή και συντήρηση επίπλων και οικιακού εξοπλισμού, είδη οικιακής κατανάλωσης και ατομικής φροντίδας, ενημέρωση και μόρφωση, υπηρεσίες τηλεφωνίας και ταχυδρομείων, αγαθά και υπηρεσίες υγείας, υπηρεσίες εκπαίδευσης, υπηρεσίες κοινωνικής προστασίας και οικονομικές υπηρεσίες.

2η ομάδα: περιλαμβάνει επιπλέον δαπάνες εστίασης

3η ομάδα: περιλαμβάνει επιπλέον διαρκή αγαθά και συσκευές

4η ομάδα: περιλαμβάνει επιπλέον δαπάνες για κατανάλωση αλκοολούχων ποτών και καπνού, αεροπορικές μετακινήσεις, τουριστικές υπηρεσίες και υπηρεσίες αναψυχής, πολιτισμού και αθλητισμού.


Τρεις τύποι ρυθμίσεων

Ανάλογα με το πόσο ...«κόκκινο» είναι ένα δάνειο, οι τράπεζες θα εφαρμόζουν τρεις τύπους ρυθμίσεων, βραχυπρόθεσμες, μακροπρόθεσμες και μόνιμες.

Πρόκειται για διευθετήσεις που στην πλειονότητα των περιπτώσεων εφαρμόζουν και σήμερα. Αναλυτικότερα:

1) Τύποι βραχυπρόθεσμων ρυθμίσεων

Ως βραχυπρόθεσμοι τύποι ρυθμίσεων θεωρούνται οι τύποι ρύθμισης με διάρκεια μικρότερη των πέντε ετών και επιλέγονται συνήθως σε περιπτώσεις που οι δυσκολίες αποπληρωμής κρίνονται, βάσιμα, προσωρινές.

Παράλληλα, μπορεί να συμφωνείται νέο πρόγραμμα αποπληρωμής του υπολοίπου, μετά τη λήξη της βραχυπρόθεσμης περιόδου, με βάση συντηρητικές παραδοχές για την εκτιμώμενη μελλοντική ικανότητα αποπληρωμής του δανειολήπτη μέχρι τη λήξη του προγράμματος αποπληρωμής.

Συγκεκριμένα, προβλέπονται οι εξής ρυθμίσεις:

(α) Τόκοι μόνο ("Interest Only"): Κατά τη διάρκεια καθορισμένης βραχυπρόθεσμης περιόδου, καταβάλλονται μόνο τόκοι.

(β) Μειωμένες δόσεις ("Reduced Payment"): Μειώνεται το ποσό των τοκοχρεωλυτικών δόσεων αποπληρωμής (το νέο ποσό δόσης ενδέχεται να είναι μεγαλύτερο ή μικρότερο από το ποσό δόσης το οποίο θα αντιστοιχούσε σε ρύθμιση μόνο τόκων) για καθορισμένη βραχυπρόθεσμη περίοδο.

(γ) Περίοδος χάριτος ("Grace Period"): παρέχει στο δανειολήπτη τη δυνατότητα προκαθορισμένης περιόδου αναστολής πληρωμών.

(δ) Αναβολή Πληρωμής Δόσης/Δόσεων ("Skip Payment(s)"): παρέχεται, συμβατικά, η δυνατότητα στο δανειολήπτη να μεταφέρει χρονικά μία δόση του δανείου.

(ε) Τακτοποίηση Καθυστερούμενου Υπολοίπου ("Arrears Settlement"): τακτοποίηση του ληξιπρόθεσμου υπολοίπου, συνήθως μέσω συμφωνίας ρευστοποίησης περιουσιακών στοιχείων και διατήρηση της απαίτησης για το άληκτο υπόλοιπο.

(στ) Κεφαλαιοποίηση ληξιπρόθεσμων οφειλών ("Arrears Capitalization"): H κεφαλαιοποίηση των ληξιπρόθεσμων οφειλών και αναπροσαρμογή του προγράμματος αποπληρωμής του οφειλόμενου υπολοίπου.

2) Τύποι μακροπρόθεσμων ρυθμίσεων

Κατατάσσονται οι τύποι ρύθμισης με διάρκεια μεγαλύτερη των πέντε ετών, με στόχο τη μείωση της δόσης, σε συνδυασμό, ενδεχόμενα, με αύξηση του αριθμού τους και παράταση του χρόνου αποπληρωμής, λαμβάνοντας, σε κάθε περίπτωση υπόψη, συντηρητικές παραδοχές για την εκτιμώμενη μελλοντική ικανότητα αποπληρωμής του δανειολήπτη μέχρι τη λήξη του προγράμματος αποπληρωμής.

Αναλυτικότερα,

(α) Μόνιμη μείωση του επιτοκίου ή του συμβατικού περιθωρίου ("Interest Rate Reduction"): Μόνιμη μείωση του επιτοκίου ή του επιτοκιακού περιθωρίου.

(β) Αλλαγή Τύπου Επιτοκίου ("Interest Rate Type Change"): Αλλαγή του τύπου επιτοκίου, από κυμαινόμενο σε σταθερό ή αντίστροφα.

(γ) Παράταση της διάρκειας ("Loan Term Extension"): Παράταση της διάρκειας αποπληρωμής του δανείου (δηλαδή της ημερομηνίας της τελευταίας συμβατικής καταβολής δόσης του δανείου).

(δ) Διαχωρισμός της χορήγησης ("Split Balance"): Όταν ένα ΠΙ συμφωνεί να διαχωρίσει ένα πχ. ενυπόθηκο δάνειο δανειολήπτη σε δύο τμήματα ("tranches"):

i. ένα ενυπόθηκο δάνειο, το οποίο ο δανειολήπτης εκτιμάται ότι μπορεί να αποπληρώνει, με βάση την υφιστάμενη και την εκτιμώμενη μελλοντική ικανότητα αποπληρωμής αυτού και

ii στο υπόλοιπο τμήμα του αρχικού δανείου, το οποίο τακτοποιείται μεταγενέστερα, με ρευστοποίηση περιουσίας ή άλλου είδους διευθέτηση, η οποία συμφωνείται εξ αρχής από τα δυο μέρη.

(ε) Μερική διαγραφή χρεών ("Partial Debt Forgiveness/ Write Down"): Αυτή η επιλογή προβλέπει την οριστική διαγραφή μέρους της συνολικής απαίτησης του ΠΙ, ώστε να διαμορφωθεί σε ύψος, που εκτιμάται ότι είναι δυνατό να εξυπηρετηθεί ομαλά.

(στ) Πρόσθετη εξασφάλιση ("Additional Collateralization"): Όταν λαμβάνονται πρόσθετες εξασφαλίσεις από το δανειολήπτη, στο πλαίσιο μιας ευρύτερης, ευνοϊκότερης για τον δανειολήπτη, ρύθμισης.

(ζ) Λειτουργική αναδιάρθρωση επιχείρησης ("Operational Restructuring"): Αλλαγή της διοίκησης της επιχείρησης όταν οι πιστώτρια/ες τράπεζες θεωρούν την επιχείρηση βιώσιμη υπό προϋποθέσεις, αλλά η υφιστάμενη διοίκηση δεν συνεργάζεται προς αυτήν την κατεύθυνση.

Η συγκεκριμένη επιλογή δεν συνιστά από μόνης της τύπο ρύθμισης για τους σκοπούς παραγωγής αναφορών της παρούσας, αλλά δύναται να συνδυάζεται με τις υπόλοιπες επιλογές ρύθμισης.

(η) Συμφωνίες ανταλλαγής χρέους με Μετοχικό Κεφάλαιο ("Debt/equity swaps"): Εφαρμόζεται σε αναδιαρθρώσεις εταιρειών, όπου μέρος του χρέους μετατρέπεται σε Μετοχικό Κεφάλαιο και το ΠΙ καθίσταται μέτοχος της επιχείρησης, ώστε το υπόλοιπο του χρέους να μπορεί να εξυπηρετηθεί από τις προβλεπόμενες ταμειακές ροές του δανειολήπτη.

3) Τύποι Οριστικής Διευθέτησης

Ως τύπος οριστικής διευθέτησης ορίζεται οποιαδήποτε μεταβολή του είδους συμβατικής σχέσης μεταξύ τράπεζας και δανειολήπτη ή ο τερματισμός αυτής, με στόχο την οριστική τακτοποίηση της απαίτησης και η οποία μπορεί να συνδυάζεται με παράδοση (εθελοντική ή υποχρεωτική) της εμπράγματης εξασφάλισης στην τράπεζα προς μείωση του συνόλου της απαίτησης ή ακόμα και με ρευστοποίηση των εξασφαλίσεων προς κάλυψη της απαίτησης.

Παρατίθενται ενδεικτικά λύσεις που προσφέρονται στο πλαίσιο των διεθνών πρακτικών, η υιοθέτηση εκάστης εξ αυτών, όμως, εξετάζεται κάθε φορά σε σχέση με τις προβλέψεις του ελληνικού δικαίου:

(α) Εθελοντική Παράδοση Ενυπόθηκου Ακινήτου ("Voluntary Surrender"): O δανειολήπτης, ο οποίος δεν μπορεί να ανταποκριθεί στους όρους αποπληρωμής ενυπόθηκου δανείου, παραχωρεί εθελοντικά (χωρίς να απαιτηθεί η προσφυγή σε δικαστικές ενέργειες εκ μέρους του ΠΙ), την κυριότητα του υπέγγυου ακινήτου στο ΠΙ.

Στη σχετική συμφωνία προβλέπεται σαφώς ο τρόπος διευθέτησης του τυχόν υπολοίπου.

(β) Μετατροπή σε Χρηματοδοτική Μίσθωση ("Mortgage to Lease"): O δανειολήπτης μεταβιβάζει την κυριότητα του ακινήτου στο ΠΙ υπογράφοντας σύμβαση χρηματοδοτικής μίσθωσης, η οποία του εξασφαλίζει τη δυνατότητα μίσθωσης και χρήσης για ορισμένη ελάχιστη χρονική περίοδο (συνήθως πέντε έτη).

(γ) Πώληση και ενοικίαση ("Mortgage to Rent"): Ο δανειολήπτης μεταβιβάζει την κυριότητα του ακινήτου είτε στο ΠΙ είτε σε τρίτο.

Η συμφωνία μπορεί να συνοδεύεται με παραχώρηση του δικαιώματος διαμονής στο ακίνητο έναντι μισθώματος (συνήθως για μια ελάχιστη περίοδο τριών ετών).

Στη σχετική συμφωνία προβλέπεται σαφώς ο τρόπος διευθέτησης του τυχόν υπολοίπου.

(δ) Μεταβίβαση/Πώληση του δανείου/Αναπροσαρμοσμένο Υπόλοιπο ("Outright Sale/Disposal/Discounted Pay?off"): Η μεταβίβαση του δανείου σε άλλο ίδρυμα, πιστωτή ή χρηματοδοτικό σχήμα.

(ε) Ανταλλαγή με στεγαστικό δάνειο μικρότερης αξίας ("Trade Down"): Συμφωνία που επιτρέπει σε δανειολήπτη με οικονομικές δυσκολίες που έχει υποθηκευμένη την κύρια κατοικία του ή την επαγγελματική του στέγη να την πωλήσει αγοράζοντας νέα χαμηλότερης άξιας.

(στ) Διαχείριση σε εκκαθάριση: Ορίζεται η κατάσταση στην οποία η απαίτηση του ΠΙ αντιμετωπίζεται στο πλαίσιο της πτωχευτικής διαδικασίας.

(ζ) Ρευστοποίηση Εξασφαλίσεων: Ορίζεται η κατάσταση στην οποία το ΠΙ, έχοντας καταγγείλει τη δανειακή σύμβαση, εκκινεί διαδικασίες ρευστοποίησης των εξασφαλίσεων για την ικανοποίηση της απαίτησής του.

(η) Δικαστικές/Νομικές Ενέργειες: Ορίζονται οι ενέργειες οριστικής διευθέτησης που μπορεί να λαμβάνονται σε περίπτωση απουσίας ή εξάντλησης των εξασφαλίσεων και αφορούν την εκκίνηση δικαστικών ενεργειών έναντι περιουσιακών στοιχείων του δανειολήπτη για την κάλυψη των απαιτήσεων του ΠΙ.


Ρύθμιση σε 5 στάδια

Κάθε ίδρυμα εφαρμόζει τα ακόλουθα στάδια κατά το χειρισμό δανειοληπτών που παρουσιάζουν καθυστερήσεις, καθώς και σε περιπτώσεις με ενδείξεις πιθανής καθυστέρησης:

Στάδιο 1: Επικοινωνία με τον δανειολήπτη.

Στάδιο 2: Συγκέντρωση οικονομικών και άλλων πληροφοριών.

Στάδιο 3: Αξιολόγηση των οικονομικών στοιχείων.

Στάδιο 4: Πρόταση των κατάλληλων λύσεων στον δανειολήπτη.

Στάδιο 5: Διαδικασία εξέτασης ενστάσεων.

Αναλυτικότερα, σε κάθε στάδιο εφαρμόζονται τα εξής:

1. Στάδιο 1: Επικοινωνία με τον δανειολήπτη

(α) Επικοινωνία που αφορά δάνειο σε αρχική καθυστέρηση

(αα) Σε περίπτωση μη εμπρόθεσμης καταβολής δόσης, εν όλω ή εν μέρει, σύμφωνα με το προσυμφωνημένο χρονοδιάγραμμα αποπληρωμής, το ίδρυμα δύναται να προβεί άμεσα στις πιο κάτω ενέργειες:

Επιχειρεί επικοινωνία με τον δανειολήπτη συμβουλευτικού χαρακτήρα με επίκεντρο τη διερεύνηση των αιτιών που ανέκυψαν και μπορεί να οδηγήσουν σε καθυστερήσεις, ώστε να εξετασθούν έγκαιρα τυχόν εναλλακτικές λύσεις. Συνέχιση της επικοινωνίας στα επόμενα στάδια της ΔΕΚ, γίνεται εφόσον συναινέσει ο δανειολήπτης.

Μη ανταπόκριση σε αυτό το στάδιο δεν συνεπάγεται την απώλεια του χαρακτηρισμού του ως «συνεργάσιμου».

Η επικοινωνία σε αυτό το στάδιο είναι σκόπιμο να συνοδεύεται με αποστολή του Ενημερωτικού Φυλλαδίου της ενότητας Ε.2 ανωτέρω και καθορισμό του «Ειδικού Σημείου Επικοινωνίας» για τις περαιτέρω επαφές.

(ββ) Αν η καθυστέρηση υπερβεί τις τριάντα (30) ημερολογιακές ημέρες το ίδρυμα οφείλει να αποστείλει γραπτή ειδοποίηση στον δανειολήπτη εντός των επόμενων δεκαπέντε (15) ημερολογιακών ημερών.

(γγ) Η γραπτή ειδοποίηση περιλαμβάνει τουλάχιστον τα εξής:

(i) Την ημερομηνία κατά την οποία η οφειλή περιήλθε σε καθυστέρηση.

(ii) Τον αριθμό και το συνολικό ύψος των δόσεων (περιλαμβανομένων και των τμηματικών καταβολών) που είναι ληξιπρόθεσμες, το άληκτο υπόλοιπο της οφειλής, καθώς και το επιτόκιο με το οποίο εκτοκίζεται το μη ενήμερο τμήμα της οφειλής.

(iii) Ενημέρωση για την ένταξη του δανειολήπτη στο πλαίσιο της Δ.Ε.Κ..

(iv) To «Ενημερωτικό Φυλλάδιο προς τους Δανειολήπτες με οικονομικές δυσχέρειες» και το «Ειδικό Σημείο Επικοινωνίας» του ιδρύματος για τη διενέργεια των επαφών με τον δανειολήπτη, με τα πλήρη στοιχεία των αρμόδιων υπαλλήλων ή των τυχόν εξουσιοδοτημένων να ενεργούν για λογαριασμό του ιδρύματος προσώπων. (ν) Την «Τυποποιημένη Οικονομική Κατάσταση» που προβλέπεται στην Ενότητα

2. Στάδιο 2: Συγκέντρωση οικονομικών και άλλων πληροφοριών από τον δανειολήπτη

(α) Το ίδρυμα οφείλει να παραλαμβάνει, με απόδειξη παραλαβής, τη συμπληρωμένη από τους δανειολήπτες φυσικά πρόσωπα «Τυποποιημένη Κατάσταση Οικονομικής Πληροφόρησης» του Παραρτήματος 1, ή την οικονομική κατάσταση πληροφόρησης που υποβάλλεται από νομικό πρόσωπο.

(β) Το ίδρυμα δύναται να απαιτεί από τον δανειολήπτη, φυσικό ή νομικό πρόσωπο, να παρέχει υποστηρικτικά στοιχεία/δικαιολογητικά, αναγκαία, για την επιβεβαίωση των πληροφοριών που υποβλήθηκαν, καθορίζοντας προθεσμία προσκόμισης αυτών ανάλογη του χρόνου που απαιτείται για την έκδοση ή τη διαθεσιμότητά τους, οπότε οι προθεσμίες που τίθενται στον παρόντα Κώδικα παρατείνονται αναλόγως.

(γ) Κάθε ίδρυμα μεριμνά για την και από άλλες πηγές συλλογή επαρκούς, πλήρους και ακριβούς πληροφόρησης για τα οικονομικά δεδομένα του δανειολήπτη, πέραν της ως άνω Κατάστασης, προκειμένου να αξιολογεί την καταλληλότητα εναλλακτικών λύσεων ρύθμισης ή οριστικής διευθέτησης.

(δ) Η πληροφόρηση θα φυλάσσεται από το ίδρυμα και σε ηλεκτρονική μορφή, τηρουμένων των σχετικών διατάξεων της νομοθεσίας.

3. Στάδιο 3: Αξιολόγηση οικονομικών στοιχείων

Κάθε ίδρυμα αξιοποιεί τα υποβληθέντα από τον δανειολήπτη οικονομικά στοιχεία και κάθε διαθέσιμη από άλλες πηγές πληροφόρηση ώστε να αξιολογούνται, κατ’ ελάχιστον, τα εξής:

Για κάθε κατηγορία δανειολήπτη (φυσικό ή νομικό πρόσωπα):

(αα) η οικονομική κατάσταση του δανειολήπτη,

(ββ) το συνολικό ύψος και τη φύση των χρεών του δανειολήπτη περιλαμβανομένων τυχόν οφειλών του έναντι άλλων ιδρυμάτων,

(γγ) η τρέχουσα ικανότητα αποπληρωμής του δανειολήπτη,

(δδ) το ιστορικό οικονομικής συμπεριφοράς του δανειολήπτη και,

(εε) η προβλεπόμενη ικανότητα αποπληρωμής των οφειλών εκ μέρους του δανειολήπτη.

Η εκτίμηση υπό στοιχείο (εε) πραγματοποιείται, λαμβάνοντας υποχρεωτικώς υπόψη και το επίπεδο των «εύλογων δαπανών διαβίωσης», εφόσον πρόκειται για φυσικό πρόσωπο.

4. Στάδιο 4: Πρόταση κατάλληλης λύσης ρύθμισης ή οριστικής διευθέτησης

(α) Μετά την ανωτέρω αξιολόγηση κάθε ίδρυμα προτείνει, χωρίς αυτό να θεωρείται νέα υπηρεσία προς τον δανειολήπτη, φυσικό ή νομικό πρόσωπο που καλύπτεται από τον παρόντα Κώδικα και θεωρείται συνεργάσιμος, μία ή περισσότερες εναλλακτικές λύσεις ρύθμισης ή οριστικής διευθέτησης στον δανειολήπτη.

(β) Για την αξιολόγηση της καταλληλότητας κάθε λύσης, λαμβάνονται υπόψη, σε κάθε περίπτωση, η ανάγκη συμμόρφωσης του ιδρύματος προς τις ισχύουσες εποπτικές απαιτήσεις, καθώς και οι ειδικότερες για τη διαχείριση των καθυστερήσεων διατάξεις κατευθυντήριες γραμμές της ΠΕΕ 42/30.5.2014.

Η αξιολόγηση πρέπει να βασίζεται σε καθορισμένα και διαφανή κριτήρια και διαδικασίες που το ίδρυμα διαθέτει με βάση την ΠΕΕ 42/30.5.2014..

(γ) Κάθε ίδρυμα καταβάλλει κάθε εύλογη προσπάθεια για να συνεργαστεί με τον δανειολήπτη καθ’ όλη τη διαδικασία αξιολόγησης προκειμένου να προσδιορίσει με ακρίβεια την ικανότητα αποπληρωμής του δανειολήπτη, με στόχο να καταλήξουν σε μια κατάλληλη λύση.

(δ) Κάθε ίδρυμα οφείλει να διενεργεί την αξιολόγηση του, λαμβάνοντας υπόψη τόσο ιστορικά στοιχεία όσο και αξιόπιστες προβλέψεις.

Για το σκοπό αυτό, το ίδρυμα οφείλει να εξηγεί στον δανειολήπτη τα πλεονεκτήματα και την αναγκαιότητα να παραμείνει συνεργάσιμος και να παρέχει σε εύθετο χρόνο, την συμπληρωματική πληροφόρηση που είναι αναγκαία προκειμένου να μπορεί το ίδρυμα να αξιολογήσει ιδίως τα προβλεπόμενα έσοδα και έξοδα του δανειολήπτη, καθώς και τα ελεύθερα επιβαρύνσεων περιουσιακά του στοιχεία.

(ε) Κάθε ίδρυμα προβαίνει σε αξιολόγηση της αξίας τυχόν εμπράγματης εξασφάλισης (ή άλλου περιουσιακού/-ών στοιχείου/-ων του δανειολήπτη που θα μπορούσε/-αν με τη συναίνεση του δανειολήπτη να αποτελέσει/-ουν πρόσθετη/ες εξασφάλιση/-εις).

Κάθε μία από τις εκτιμώμενες αξίες γνωστοποιείται γραπτώς στον δανειολήπτη, ταυτοχρόνως με την παρουσίαση της προτεινόμενης λύσης ρύθμισης/οριστικής διευθέτησης.

(στ) Κάθε ίδρυμα παρουσιάζει στον συνεργάσιμο δανειολήπτη εντός γνωστοποιούμενου σε αυτόν και ευλόγου μετά τη λήψη των οικονομικών και άλλων πληροφοριών και την αξιολόγηση τους χρόνου, όπως προβλέπεται στο Στάδιο 2, την προτεινόμενη ή τις εναλλακτικά προτεινόμενες σε αυτόν λύσεις ρύθμισης ή οριστικής διευθέτησης (βλ. ενδεικτικούς τύπους στο Παράρτημα 2) με το «Τυποποιημένο Έγγραφο Πρότασης Λύσεων Ρύθμισης ή Οριστικής Διευθέτησης».

Ο χρόνος αυτός προκειμένου περί δανειοληπτών φυσικών προσώπων δεν υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες.

5. Στάδιο 5: Διαδικασία Εξέτασης Ενστάσεων

Κάθε ίδρυμα οφείλει να καθορίζει με σαφήνεια τη Διαδικασία Εξέτασης Ενστάσεων (Δ. Ε. Ε.) επί της υπαγωγής του δανειολήπτη στο κεφάλαιο Ζ και να την γνωστοποιεί, δεόντως, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα σε αυτόν, διασφαλίζοντας, επιπροσθέτως, σε κάθε δανειολήπτη που καλύπτεται από τον Κώδικα:

(α) άμεση και εύκολη πρόσβαση σε προκαθορισμένα σημεία επικοινωνίας με το προσωπικό που είναι επιφορτισμένο να εμπλέκεται στη «Διαδικασία Εξέτασης Ενστάσεων»,

(β) τυποποιημένα Έγγραφα Ενστάσεων,

(γ) την με βεβαίωση παραλαβής παραλαβή των ενστάσεων και την διαβίβασή τους αμελλητί στην Επιτροπή Ενστάσεων και

(δ) την προηγούμενη ενημέρωση για τυχόν απαιτούμενα δικαιολογητικά που απαιτούνται για την εξέταση της ένστασης, και τις προθεσμίες για την υποβολή-εξέταση των ενστάσεων.

Η απόφαση της Επιτροπής Ενστάσεων αναφορικά με την ένσταση δεν δύναται να υπερβεί τους τρεις (3) μήνες, παρέχεται γραπτώς και είναι δεόντως αιτιολογημένη.

Ο δανειολήπτης μπορεί να προσφύγει στη Διαδικασία αυτή, μία φορά.

Εφόσον η ένσταση γίνει αποδεκτή, το ίδρυμα γνωστοποιεί τις διορθωτικές ενέργειες, στις οποίες προτίθεται να προβεί ή την τυχόν αναθεωρημένη λύση και το στάδιο στο οποίο «παραπέμπεται» εκ νέου η περίπτωση του δανείου του (π.χ. επαναφορά στο Στάδιο 3 ή επανάληψη του Σταδίου 4).