A- A+
Τι σημαίνει η απόφαση του ECOFIN για τις καταθέσεις στην Ελλάδα – Πόσο ασφαλείς είναι
Αναστάτωσε τις αγορές η απόφαση των υπουργών Οικονομικών της ΕΕ για τις διασώσεις προβληματικών τραπεζών, καθώς προβλέπει «κούρεμα» των καταθέσεων άνω των 100.000 ευρώ, αν αυτό κριθεί απαραίτητο.

Κατ΄ αρχάς θα πρέπει να τονιστεί ότι η συγκεκριμένη απόφαση θα τεθεί σε ισχύ σε αρκετά χρόνια από σήμερα. Κάποιοι τοποθετούν την πλήρη εφαρμογή της το 2018.

Όταν τεθεί σε ισχύ η απόφαση του ECOFIN, και εφόσον επιλεγεί από την εκάστοτε εθνική αρχή εξυγίανσης, που στην Ελλάδα είναι η Τράπεζα της Ελλάδος, η διάσωση μίας τράπεζας με εσωτερικούς πόρους (bail in), θα «κουρεύονται» κατά σειρά:

- Οι μέτοχοι, χάνοντας την αξία της επένδυσής τους
- Οι ομολογιούχοι της τράπεζας
- Οι επιχειρήσεις με καταθέσεις άνω των 100.000 ευρώ
- Οι ιδιώτες με καταθέσεις άνω των 100.000 ευρώ

Οι εξαιρέσεις

Πουθενά στην απόφαση του ECOFIN δεν αναφέρεται ότι θα έχουν συμμετοχή στις διασώσεις τραπεζών και οι ασφαλισμένοι καταθέτες, δηλαδή όσοι διατηρούν υπόλοιπα κάτω από τις 100.000 ευρώ σε μία τράπεζα.

Επιπλέον η εκάστοτε αρχή εξυγίανσης έχει τη δυνατότητα να εξαιρέσει ακόμη και τους ανασφάλιστους καταθέτες, δηλαδή όσους τηρούν πάνω από 100.000 ευρώ σε μία τράπεζα, από το «κούρεμα», εάν συντρέχουν λόγοι συστημικής σταθερότητας.

Δηλαδή αν το κόστος της μη διάσωσής τους είναι υψηλότερο από το κόστος της αποζημίωσης και των ανασφάλιστων καταθετών.

Εφόσον παρά τη συμμετοχή των μετόχων, επενδυτών και ανασφάλιστων πιστωτών της τράπεζας, δεν επιτυγχάνεται η ανακεφαλαιοποίησή της, τότε θα υπάρχει προσφυγή στον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθεροποίησης (ESM), ο οποίος θα συνεισφέρει τα χρήματα που είναι απαραίτητα.

Το ερώτημα βέβαια είναι τι γίνεται έως την εφαρμογή της νέας οδηγίας; Η απάντηση είναι η εξής: Ακολουθούνται οι εθνικές νομοθεσίες διάσωσης τραπεζών, με κεφάλαια που αντλεί το κράτος είτε από τις αγορές ή από τα προγράμματα διάσωσης της τρόικας.

Το σύστημα προστασίας

Στην Ελλάδα η Τράπεζα της Ελλάδος αποφασίζει για τον τρόπο και το χρόνο εξυγίανσης των εμπορικών πιστωτικών ιδρυμάτων.

Για το σκοπό αυτό χορηγήθηκε στην Ελλάδα το πακέτο των 50 δισ. ευρώ, το οποίο χρησιμοποιείται αποκλειστικά για την κεφαλαιακή στήριξη του τραπεζικού κλάδου.

Το πρόγραμμα ανακεφαλαιοποίησης που ακολουθείται στην Ελλάδα προβλέπει τη διασφάλιση του 100% των καταθέσεων, οι οποίες μετά το διαχωρισμό μίας προβληματικής τράπεζας σε «καλή» και «κακή» μεταφέρονται στην πρώτη, για να πουληθεί είτε άμεσα σε άλλο όμιλο ή μετά από κάποιους μήνες, λειτουργώντας ως bridge bank.

Το επίπεδο ασφαλείας

Η υγεία μίας τράπεζας και οι ανάγκες της σε κεφάλαια αποτυπώνεται στον δείκτη κύριων βασικών ιδίων κεφαλαίων (Core Tier 1), ο οποίος πρέπει να βρίσκεται κατ΄ ελάχιστο στο όριο του 9%.

Άρα ανάγκη για κεφαλαιακή «ένεση» υπάρχει όταν δείκτης αυτός υποχωρήσει κάτω από αυτά τα επίπεδα ή η Τράπεζα της Ελλάδος μέσα από ασκήσεις αντοχής (stress test) διαγνώσει ότι υπάρχει τέτοιος κίνδυνος.

Σε μία τέτοια περίπτωση τα κεφάλαια που λείπουν θα πρέπει να αναπληρωθούν. Αυτό μπορεί να συμβεί με εισφορές κεφαλαίων από τους μετόχους, καθώς και με ενεργητική διαχείριση των στοιχείων του ενεργητικού και του παθητικού.

Οι ελληνικές διασώσεις

Αν όλα τα παραπάνω δεν επαρκούν, η Τράπεζα της Ελλάδος θα πρέπει να βρει εναλλακτικούς τρόπους διάσωσης, με πρώτη επιλογή τη χρήση πόρων από τους μηχανισμούς εγγύησης των καταθέσεων, που σε αυτή τη φάση είναι το ΤΧΣ.

Όσο λοιπόν το ΤΧΣ έχει στα ταμεία του επαρκή χρήματα, οι εξυγιάνσεις τραπεζών θα γίνονται χωρίς «κούρεμα» των καταθέσεων.

Σύμφωνα με αναλυτές, αυτή τη στιγμή απέχουμε αρκετά από το ενδεχόμενο απωλειών για τους καταθέτες, για δύο λόγους:

Πρώτον, οι ελληνικές τράπεζες έχουν ήδη ανακεφαλαιοποιηθεί (εκκρεμούν οι αυξήσεις Probank – Attica Bank που θα καλυφθούν πλήρως με τον ένα ή τον άλλο τρόπο) και διατηρούν δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας πάνω από τα ελάχιστα όρια

Δεύτερον, μετά τις επιτυχημένες αυξήσεις κεφαλαίου των τριών συστημικών τραπεζών (Εθνική, Alpha, Πειραιώς), το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ) έχει ένα απόθεμα ασφαλείας για να καλύψει μελλοντικές ζημιές, ύψους τουλάχιστον 8 δισ. ευρώ.

Το «μαξιλάρι»

Αυτό το μαξιλάρι των 8 δισ. ευρώ μπορεί να αυξηθεί περαιτέρω με τους ακόλουθους τρόπους:

1) Με την πώληση των τραπεζών στις οποίες είναι μέτοχος το ΤΧΣ (Eurobank, ΤΤ, Proton)
2) Μέσω της πώλησης περιουσιακών στοιχείων των τραπεζών
3) Μέσω των προγραμμάτων αναδιάρθρωσης (συγχωνεύσεις, συνέργειες)

Αυτό σημαίνει ότι το «μαξιλάρι» από τα διαθέσιμα του ΤΧΣ και από τις κινήσεις αναδιάρθρωσης των τραπεζών μπορεί τους επόμενους μήνες να ξεπεράσει ακόμη και τα 15 δισ. ευρώ.