A- A+
Γ. Προβόπουλος: Λιγότερα έως €8 δισ. τα κονδύλια του ΕΣΠΑ έως το 2020 – Πώς να αξιοποιηθούν
Τις προτάσεις του για τον τρόπο που πρέπει να αξιοποιηθούν τα κονδύλια του ΕΣΠΑ για την τόνωση της οικονομίας την περίοδο 2014 – 2020 παρουσίασε ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γ. Προβόπουλος σε ημερίδα εργασίας.

Όπως επεσήμανε ο κεντρικός τραπεζίτης, σύμφωνα με τις προτάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τον Κοινοτικό Προϋπολογισμό της περιόδου 2014-2020, οι μεταβιβάσεις πόρων προς την Ελλάδα θα περιοριστούν.

«Δεδομένου ότι η πολιτική συνοχής θα επικεντρωθεί στις λιγότερο ανεπτυγμένες περιοχές, η Ελλάδα αναμένεται να εισπράξει από τα Διαρθρωτικά Ταμεία 12 έως 13 δισ. ευρώ έναντι 20,4 δισ. ευρώ της περιόδου 2007-2013» εξήγησε ο ίδιος.

Πρόσθεσε δε ότι λόγω της αναθεώρησης της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής, στη νέα προγραμματική περίοδο θα υπάρξει περαιτέρω μείωση των πόρων της κατηγορίας αυτής.

Μεγιστοποίηση οφέλους

Σύμφωνα με τον κ. Προβόπουλο, η ταμειακή απορρόφηση των κονδυλίων δεν συμπίπτει κατ’ ανάγκη με τη μεγιστοποίηση της αναπτυξιακής απόδοσης των έργων και προγραμμάτων.

Συγκεκριμένα, τόνισε ότι για να μεγιστοποιηθεί το αναπτυξιακό όφελος θα πρέπει μεταξύ άλλων:

(α) να λαμβάνονται υπόψη οι οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις της ύφεσης και των μέτρων δημοσιονομικής και διαρθρωτικής προσαρμογής,

(β) τα προγράμματα και τα έργα να εκτελούνται συνδυαστικά, προκειμένου να επιφέρουν το μεγαλύτερο δυνατό πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα, και

(γ) να αξιοποιούνται πλήρως οι συνέργειες μεταξύ των κοινοτικών πόρων και των διαρθρωτικών δράσεων του Μνημονίου.

Συνδυασμός με μνημόνιο

«Το Πρόγραμμα Προσαρμογής, που βρίσκεται σήμερα σε εξέλιξη στη χώρα, στοχεύει στην δημοσιονομική εξυγίανση και στην μέσω διαρθρωτικών αλλαγών ανασύνταξη του παραγωγικού δυναμικού πάνω σε νέες βάσεις, σε ένα νέο αναπτυξιακό πρότυπο» τόνισε ο κ. Προβόπουλος.

Όπως είπε σχετικά, κύριο χαρακτηριστικό αυτού του προτύπου είναι η ενδυνάμωση της εξωστρέφειας της ελληνικής οικονομίας.

«Αυτό σημαίνει μετατόπιση πόρων από την παραγωγή αγαθών και υπηρεσιών που προορίζονται αποκλειστικά για την εγχώρια αγορά, στην παραγωγή ανταγωνιστικών, διεθνώς εμπορεύσιμων αγαθών και υπηρεσιών» σημείωσε.

«Για να πετύχουμε όμως σ’ αυτή την προσπάθεια μετασχηματισμού της οικονομίας, πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι αυτή η μακρόπνοη, ιστορικά αναγκαία αλλαγή είναι αποκλειστικά δικό μας έργο» υπογράμμισε ο κ. Προβόπουλος.

Σύμφωνα με τον ίδιο, «το Μνημόνιο περιλαμβάνει τις ελάχιστες δυνατές αλλαγές που εντάσσονται σ’ αυτή την κατεύθυνση. Σε καμία περίπτωση όμως δεν υποκαθιστά τη δική μας μείζονα εθνική ευθύνη να προχωρήσουμε σ’ ένα ευρύτερο σχέδιο δράσης για την ανάπτυξη με πολιτικές που θα διευκολύνουν τις αλλαγές και θα προωθούν την ανάπτυξη».

Μελέτη του ΕΛΙΑΜΕΠ

Ο κ. Προβόπουλος μίλησε σε ημερίδα εργασίας σχετικά με τη Μελέτη που εκπονήθηκε από το ΕΛΙΑΜΕΠ κατ’ ανάθεση από την Τράπεζα της Ελλάδος με θέμα «Αξιολόγηση των επιδράσεων που έχουν ασκήσει και θα ασκήσουν στην πορεία της ελληνικής οικονομίας οι πολιτικές που χρηματοδοτούνται από τον προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης»

Η μελέτη αυτή αποτελεί αν όχι την πρώτη, πάντως μία από τις πιο σοβαρές προσπάθειες ολοκληρωμένης ανάλυσης των επιδράσεων των κοινοτικών πόρων στην ελληνική οικονομία.

Η μελέτη επικεντρώνεται στις πολιτικές που χρηματοδοτούνται από τον προϋπολογισμό της ΕΕ και ιδίως:

(α) στην αναπτυξιακή πολιτική, η οποία συγχρηματοδοτείται από τα Διαρθρωτικά Ταμεία, το Ταμείο Συνοχής και το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης και

(β) στην Κοινή Αγροτική Πολιτική (ΚΑΠ), που χρηματοδοτείται από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Εγγυήσεων.

Επίσης, εξετάζει και τις άλλες πολιτικές της ΕΕ, όπως αυτές που αφορούν την έρευνα και την τεχνολογία, την εκπαίδευση, τα διευρωπαϊκά δίκτυα, το περιβάλλον, την αλιεία, τη δημόσια υγεία και τη μετανάστευση.

Το πρώτο μέρος της μελέτης συντονίστηκε από τον κ. Γιώργο Γλυνό και περιλαμβάνει μια αξιολόγηση των προηγούμενων προγραμματικών περιόδων από το 1988 έως σήμερα.

Το δεύτερο μέρος συντονίστηκε από τον καθηγητή κ. Αχιλλέα Μητσό και αναφέρεται στις προτάσεις για τη νέα προγραμματική περίοδο 2014-2020.

Το τρίτο μέρος, το οποίο θα ολοκληρωθεί μετά τη λήξη των σχετικών διαπραγματεύσεων στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, θα συνθέσει και θα επικαιροποιήσει τα συμπεράσματα και τις προτάσεις πολιτικής μέχρι τέλους του 2013.