A- A+
Κούρεμα στο όριο οφειλής για ένταξη επιχειρηματικών δανείων στο νέο Ν. Κατσέλη
Κούρεμα στο κριτήριο του ορίου οφειλής για τα επιχειρηματικά δάνεια προβλέπει η τροπολογία που κατέθεσε η Βουλή στην κυβέρνηση για το διάδοχο σχήμα του νόμου Κατσέλη, που θα τεθεί σε ισχύ την 30ή Απριλίου.

Συγκεκριμένα, ενώ στα δάνεια ιδιωτών το πλαφόν στο υπόλοιπο του δανείου για ένταξη στο προστατευτικό πλαίσιο παραμένει στις 130.000 ευρώ, για τα ενυπόθηκα επιχειρηματικά δάνεια πέφτει στις 100.000 ευρώ.

Οι δικαιούχοι

Στο πλαίσιο αυτό, οι προϋποθέσεις για την προστασία της κύριας κατοικίας και τη ρύθμιση του δανείου είναι οι εξής:

- Αντικειμενική αξία κύριας κατοικίας

Δεν πρέπει να ξεπερνά τις 250.000 ευρώ για στεγαστικά, καταναλωτικά και επισκευαστικά δάνεια και τις 175.000 ευρώ για επιχειρηματικά δάνεια

- Ύψος οφειλής

Δεν πρέπει να υπερβαίνει τη στιγμή της αίτησης τις 130.000 ευρώ, συμπεριλαμβανομένων των τόκων και λοιπών δικαστικών εξόδων που έχουν επιβαρύνει την τράπεζα για τα δάνεια των ιδιωτών.

Για δάνεια επιχειρηματιών / επαγγελματιών το πλαφόν ορίζεται στις 100.000 ευρώ.

- Εισόδημα

Δεν πρέπει να υπερβαίνει τις 12.500 ευρώ για τον άγαμο, τις 21.000 ευρώ για το ζευγάρι και συν 5.000 ευρώ για κάθε προστατευόμενο μέλος έως τρία.

- Καταθέσεις

Η συνολική αξία, καταθέσεις, μετοχές, ομόλογα, ασφαλιστήρια συμβόλαια, χρυσό, ξένα νομίσματα, δεν πρέπει να ξεπερνά τις 15.000 ευρώ.

- Λοιπή ακίνητη περιουσία

Η συνολική αξία της ακίνητης περιουσίας, ακινήτων και μεταφορικών μέσων του δανειολήπτη, της συζύγου και των προστατευόμενων μελών, δεν πρέπει να υπερβαίνει τις 80.000 ευρώ για όσους δανειολήπτες έχουν οφειλές άνω

- Λοιπά κριτήρια

Τα προς ρύθμιση δάνεια θα πρέπει να βρίσκεται σε 3μηνη καθυστέρηση στις 31 Δεκεμβρίου 2018

Το ακίνητο πρέπει να έχει δηλωθεί ως πρώτη κατοικία στη φορολογική δήλωση του προηγούμενου έτους

Η ρύθμιση που κερδίζουν

Ο δανειολήπτης καταβάλλει σε ισόποσες μηνιαίες δόσεις το 120% της αξίας της κύριας κατοικίας του.

Το υπερβάλλον κουρεύεται υπό την προϋπόθεση ότι ο δανειολήπτης θα ολοκληρώσει την αποπληρωμή της οφειλής.

Γίνεται επιμήκυνση του δανείου έως 25 έτη, χωρίς να υπερβαίνει το χρονικό της διάστημα το 80ό έτος του δανειολήπτη, εκτός κι αν υπάρξει εγγυητής.

Το επιτόκιο θα διαμορφωθεί με βάση το Euribor 3μήνου συν περιθώριο 2%.

Εάν ο δανειολήπτης δεν αποπληρώσει 3 μηνιαίες δόσεις, χάνει τη ρύθμιση και κινδυνεύει με τον πλειστηριασμό της πρώτης κατοικίας. Στην περίπτωση αυτή, ο χρόνος εκτέλεσης της διαταγής από τον πιστωτή μέχρι τον πλειστηριασμό περιορίζεται στον 1 μήνα.

Η διαδικασία της αίτησης

Η αίτηση θα γίνεται ηλεκτρονικά στη σχετική πλατφόρμα που θα δημιουργηθεί, έως και τις 31/12/2019.

Οι πιστωτές (τράπεζες, τρίτοι) έχουν 1 μήνα να μελετήσουν την υπόθεση και αμέσως μετά να υποβάλουν τις προτάσεις τους -κοινή ή επιμέρους- στον δανειολήπτη.

Εν συνεχεία δίνεται ένας μήνας κατά τη διάρκεια του οποίου ο δανειολήπτης απαντά αν συμφωνεί ή όχι, είτε όσον αφορά την κοινή ρύθμιση είτε στις επιμέρους.

Ο δανειολήπτης έχει το δικαίωμα να απευθυνθεί στο δικαστήριο, προκειμένου να ρυθμίσει μέσω της δικαιοσύνης είτε το σύνολο του χρέους είτε το χρέος προς έναν η περισσότερους πιστωτές.

Ο δικαστής, εάν κρίνει βάσιμη την αίτηση στην περίπτωση που ο πιστωτής παρέλειψε να υποβάλει πρόταση ρύθμισης χωρίς να επικαλεστεί μη επιλεξιμότητα του δανειολήπτη, προστατεύει το ακίνητο από τον πλειστηριασμό υπό τον όρο όμως ο δανειολήπτης να καταβάλλει το 50% της τελευταίας ενήμερης δόσης.

Η επιδότηση από το Δημόσιο

Η συνεισφορά του Δημοσίου διαρκεί για όσο χρόνο διαρκεί η ρύθμιση. Οι προϋποθέσεις και το ποσό της συνεισφοράς του επανεξετάζονται αυτεπαγγέλτως κάθε έτος.

Οι λεπτομέρειες για το ύψος της επιδότησης θα καθοριστούν με υπουργική απόφαση.

Ο δικαιούχος μπορεί μετά την παρέλευση ενός έτους από τον αρχικό προσδιορισμό ή την τελευταία αναπροσαρμογή της συνεισφοράς να ζητήσει μεταρρύθμιση του ποσοστού συνεισφοράς, αν εξαιτίας μεταβολής των εισοδημάτων του, των εύλογων δαπανών διαβίωσης ή του επιτοκίου αναφοράς προκύπτει αδυναμία του να καταβάλει τη δική του συνεισφορά.

Αξίζει να σημειωθεί ότι το ύψος της επιδότησης από την πλευρά του δημοσίου θα είναι κλιμακωτό και όσο χαμηλότερα εισοδήματα και μικρότερη περιουσία έχει ο δανειολήπτης, τόσο θα αυξάνεται και το ποσό που θα δίνει το δημόσιο σε μηνιαία βάση.

Τέλος, σε περίπτωση που το δημόσιο καθυστερήσει να καταβάλει την εγκριθείσα συνεισφορά, μπορεί να οδηγήσει σε έκπτωση του αιτούντα, μόνο εφόσον το συνολικό ύψος του ποσού σε καθυστέρηση υπερβαίνει αθροιστικά την αξία εννέα μηνιαίων δόσεων συνεισφοράς και ο πιστωτής έχει ενημερώσει τον οφειλέτη ως προς την υπερημερία του Δημοσίου το αργότερο έως τον έκτο μήνα υπερημερίας.